Λογοτεχνικά

1.2 Γενεαλογία και Ιστορία Δεληγιαννάκηδων και Βαρδουλάκηδων Σελ. 71 - 109

 

Σελίδες 71 -109 (Χωρίς τα γενεαλογικά δένδρα).

Συγγραφέας Ηλίας Δεληγιαννάκης. Υποστρατηγός - Ιατρός 

 

71
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ που αφορούν στον ΗΛΙΑ ΙΩΑΝ. ΔΕΑΗΓΙΑΝΝΑΚΗ
κατά τον Μακεδόνικο Αγώνα
(από αρχείο Ιατρού Αναστασίου Πηχειών)
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο
Είμαι καλά το αυτό και δι' υμας εύχομαι
Αγαπητέ όσον το δυνατόν να φύλαξης το Γκόσινον διότι υπάρχει φόβος μην
το καύσουν οι κομήτες, μην θεώρησης αγαπητέ ότι σε διατάζω όχι, αλλά
εγώ εις ολίγας ημέρας αναχωρώ και δεν θέλω να πάθη κανένα ειδικόν μας
χωριό διότι εσύ αγαπητέ προσβάνεσαι και ως φίλος όπου σε αγαπώ δεν
θέλω να προσβληθής, κίνησις δε μεγάλη του στρατού γίγνεται και φυλάξου
όσον το δυνατόν
Σε φιλώ Άδελφικώς
Ο Οπλαρχηγός
8/2/908 (Τ.Σ) Ηλ. Δεληγιαννάκης
Το Πέμπτον Κέντρον
προς τον αρχηγόν Λάζον19
Εντέλεστε άμα τη λήψει της παρούσης όπως απόσχετε πάσης πράξεως,
μέχρι νεωτέρας διαταγής. Την παρούσαν κοινοποιήσατε και εις τα λοιπά
σώματα όσον δυνατόν τάχιον.
11/7/08 Τέγος
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο
Είμαι καλά το αυτό και δι' υμάς εύχομαι. Σκοπεύω να αναχωρήσω το πρώτο
δεκαήμερο του Μαρτίου εάν το κέντρον μου δώση άδεια διότι δεν μου
επιτρέπει" να φύγω, εάν φύγω δε, πρώτον θα συνενοηθούμεν χωρίς άλλο,
1 Ο Ηλίας Δεληγιαννάκης και το σώμα του αποτελούσε τμήμα                                                                                                                                                                                                                        της ομάδας σωμάτων του Αρχηγού Λάζου.


ΦΩΤΟ


Σώμα Εθελοντών του Ηλία I. Δεληγιαννάκη το 1912

72
καλά θα κάμης να μεταβής εις Τσιρίλοβον και γράψε μου τις εντυπώσεις
σου. Τα δέοντα στα παληκάρια σου ξεχωριστά εις τον Σταυρόν.
Σε φιλώ αδελφικώς
15/2/908 Ο Οπλαρχηγός
Ηλίας Δεληγιαννάκης
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο
Εις Βιτάνη να προσπαθήσης να κατασκευασθή και άλλη κρυψώνα, κρίνω δε
κατάλληλον μέρος εις του Γιάννη το σπίτι, εις δε τους Σιερμπέδες έχουν
υλικό δι' υμάς και φροντίσετε να το παραλάβετε, ίσως δε να έχετε
πληροφορίας. Εις την Ντόλιανη σας ζητούν και είναι ανάγκη να μεταβής ως
εκεί. Σε φιλώ αδελφικώς
Ο Οπλαρχηγός
Ηλιάς Δεληγιαννάκης
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο
Έλαβον την επιστολήν σου είδον τα εν αυτή, παρακαλώ υμάς κάθισε ακόμη
ολίγας ημέρας διότι είναι κίνηση στρατού προς τα μέρη. Φαέθον ονομάζεται
οι Σερμπέδες, αυτό λέγουν τα κρυπτογραφικά δεν εκατάλαβα και όλα, αλλά
τα μισά είναι άνευ σημασίας ένα εξ αυτών λέγει Σαρμπάδες, δεν γνωρίζω
όμως και εγώ το υλικόν ακριβώς διά ποιόν είναι αλλά ως άκουσα ότι
διατίθεται δι' υμάς, λέσι ακόμα και έτερον όπου σου την εσωκλείω.
Σε φιλώ Αδελφικώς
Ο Οπλαρχηγός
17/2/908 Ηλίας Δεληγιαννάκης
Υ.Γ. Τα κρυπτογραφικά είναι από το άλλο αλφάβητο δεν το έχω μαζί μου
και δεν τα θυμούμαι μόνον το τελευταίο έχω μαζί μου
Ηλ. Δεληγιαννάκης
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο
Από τα εδώ μέρη έφυγεν ο στρατός, εβάδισεν εις Βουγατσικό, φόβος
υπάρχει μην τυχόν και γίνει έρευνα εις Κωσταράζι, εάν υπάρχη μεγάλη
ασφάλεια αυτού κρίνω καλό να μένετε εις τα ίδια. Ο Καπετάν Νικολής
πιστεύω να 'λθη απόψε δεν ξεύρη και ημείς που θα βαδίσομεν, η χθεσινή

73
πράξη επήγεν καλά ο Παπάς και ο Διδάσκαλος επληγώθησαν σοβαρώς και
σπίτια και αχυρώνες εκάησαν, ο ψυχογιός μου ήλθεν. Ο Χρήστος είναι μαζί
μου ο Τσαούσης διέταξε διά τον οπλίτην σου όπως θέλει.
Σε φιλώ
Ο Οπλαρχηγός
5/2/908 (Τ.Σ) Ηλίας Δεληγιαννάκης
Ο Οπλαρχηγός
Ηλίας I. Δεληγιαννάκης
προς την Επιτροπήν Βιτάνη
Αγαπητοί το βράδυ να φέρετε 2 πράματα εις το ποτάμι και ένας εξ' υμών να
έλθη μέχρι γέφυρα θα στείλω δε και άλλους.
Ειδοποίησα και οπλαρχηγούς Ανδριανάκην και Λάζον ότι το βράδυ, Θεού
θέλοντος, έρχομαι, περί προδοσίας όπου σας ειδοποίησαν και αν είναι
τίποτι.
Σας χαιρετώ
Ο Οπλαρχηγός
3/2/908 (Τ.Σ) Ηλ. Δεληγιαννάκης
Αδελφέ Καπετάν Λάζο χαίρε
Έλαβον την επιστολήν σου, χαίρω ολοψύχως διά την έλευσίν σου.
Αδελφέ εξ όλης μου ψυχής επιθυμώ να ανταμωθούμεν και ασπασθούμε
πάλι αδελφικώς. Επιθυμώ να μάθω παρά έλαβες; ως και διά τους αγαπητούς
ημών Αρχ. Ζάκα και Μιχασιώτη ως και διά τα πολιτικά.
σε φιλώ αδελφικώς
οπλαρχηγός
Ηλ. Δεληγιαννάκης
1/12/97 έχεις τα δέοντα από τους ημετέρους Άνδρες
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο
Έλαβα την επιστολήν σου χαίρω διά την υγεία σου.
Περί εξόδων του Κουμαντάρη κλπ δεν έχωμεν είδησιν, αν και εχθές ήταν ο
Παμτρέλα εις Καστοριά αλλά ως ημείς πάντοτε τον νουν μας πρέπει να
έχωμεν αλλά επειδή ο Συμεωνίδης μένει ακόμη εις Καστοριά θα μάθωμεν

74
το βράδυ πότε θέλει, ας γίνη ότι είπεν ο Θεός, ημείς πρέπει να μην το
κουνήσομεν όπου ευρεθώμεν και ότι φέρει η τύχη. Για το Γκόσινο αγαπητέ
δεν σου έγραψα να φυλαχθή τώρα αλλά κατσωτήν;
σε φιλώ αδελφικά
1/2/908 Ο οπλαρχηγός
(Τ.Σ) Ηλ. Δεληγιαννάκης
Αγαπητέ Καπετάν Λάζο χαίρε
Τα διαδιδόμενα περί Κομιτάτου είναι ψεύματα, ήθελον να σου γράψω και
προ ημερών αλλά μετέβην εις την Φούρκα και διώρισα Επιτροπήν, ο
Αρχηγός Φούρκας εφονεύθη με 5 άνδρας και εκυκλώθησαν και 6 εξ. Την
18ην τρχ. έκαυσεν ο Αρχ. Ζάκας την Σταρίτσινην την 19 το βράδυ έκαυσα
εγώ τους Λουβράδες, εάν ημπορέσης να υπάγης μέχρι τις Κεραμαριές,
φόνευσε τους Λοβραδιότες, τον Σέλιο εφόνευσαν οι κομίτες και ήμουν
λημέρι 8 Λοβράδες
Σου γράφω εν βροχή ζητώ συγνώμην διά την αργοπορίαν μου.
Σε φιλώ αδελφικώς οπλαρχηγός
(Τ.Σ) Ηλίας Δεληγιαννάκης
Ο αρχηγός Γρ. Ζάκας
προς
Τον οπλαρχηγόν Λάζον
όπου
Έλαβον την επιστολήν σου, και είδον τα εν αυτή, τιμώρησες τους
απείθαρχους διά ξυλοκοπήματος εάν είναι αληθές διά την διακόρευσιν της
κόρης τότε διάταξε τον Πατίβα να έλθη να το στεφάνωση άλλως θα τον
χαλάσωμεν.
Αναμένω έλευσίν σου
Μακεδ. 24.2.907
Ο αρχηγός
γρ. Ζάκας
31 Μαΐου 1908
Φίλτατε και αγαπητέ μου κύριε οπλαρχηγέ Λάζο
Σε παρακαλώ πολύ, είναι απόλυτος ανάγκη αν σου είναι εύκολον να έλθης
προς αντάμωσιν μας, το οποίον δεν πιστεύω να μη σου είναι εύκολον διά να
μη έλθης. Έχω μεγάλην ανάγκην και σε περιμένω να έλθης απόψε
εξάπαντος εδώ.

ΦΩΤΟ


Προτομή του Αρχηγού Ηλία I. Δεληγιαννάκη στην Πλατεία Αχειροποιήτου
στη Θεσσαλονίκη όπου και οι άλλες 7 προτομές Αρχηγών Μακεδονομάχων.


ΦΩΤΟ

Προτομή του Αρχηγού Ηλία I. Δεληγιαννάκη στην γενέτειρα                                                                                                                                                                                                                              του Αργυρούπολι Ρεθύμνη
Αντίγραφο στο Δημοτικό κήπο Ρεθύμνης (Δωρεά του συγραφέως)

75
Σε χαιρετώ ο Αρχηγός
(Τ.Σ) Ε. ΣΚΟΥΝΔΡΗΣ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ ΤΕΥΧΟΣ 193 , σελ. 22-23 ΙΟΥΝΙΟΣ 1982
ΗΛΙΑΣ ΔΕΑΗΓΙΑΝΝΑΚΗΣ
Ο καπετάνιος από την Κρήτη που έπεσε στην Μακεδονία.
(Του Γιάννη Τζημόπουλου)
Ο Ηλίας Δεληγιαννάκης γεννήθηκε στην Αργυρούπολη - Ρεθύμνου της
Κρήτης. Ήταν γυιος του Γιάννη Δεληγιαννάκη, που διατέλεσε Γενικός
Αρχηγός στην περιοχή Ρεθύμνου, όταν το 1866 οι Κρήτες ξεσηκώθηκαν
κατά των Τούρκων! Κι όπως ο πατέρας του Γιάννης, έτσι κι ο γιος Ηλίας,
αγωνίστηκε όχι μόνο στην Κρήτη, μα και έξω απ'αυτή. Σ' άλλη εξέγερση
που έγινε στην Κρήτη το 1896, ο Ηλίας πήρε μέρος με την ιδιότητα του
οπλαρχηγού και σημείωσε αξιόλογη δράση. Σχετικό έγγραφο του
Προεδρείου της επαναστατικής συνέλευσης με χρονολογία 1η Σεπτεμβρίου
1896 γράφει:
«...Απονέμεται εις τον Ηλίαν Δεληγιαννάκην ο βαθμός του
Σωματάρχου συνεπεία των υπέρ της Πατρίδος εκδηλώσεων του και της
γενναιότητος και ανδρείας, τας οποίας επέδειξε εις τα πεδία της τιμής κατά
την ένδοξον επανάστασιν του 1896».
Αλλά και στο Μακεδόνικο αγώνα (1903-1908) ο Ηλίας αφού ανέβηκε
στη Μακεδονία, πήρε μέρος στον ένοπλο αγώνα της πολεμώντας για τα
δίκαια της, άλλη φορά με τους άντρες του Σώματος Μαλλιού (Στέφανου
Δούκα), άλλη με του καπετάνιου Ζιάκα (Γρηγορίου Φαληρέα) και άλλη με
άλλα Σώματα, για να αναδειχτεί σε οπλαρχηγό Α' τάξης!.
Τη χειμερινή περίοδο 1906-1907, που ο Ζιάκας βρέθηκε στις περιοχές
Καστοριάς και Καστανοχωρίων, εκεί ήταν κι ο Δεληγιαννάκης.
Στις 10 Απριλίου 1907 μαθαίνοντας ο καπετάν Ζιάκας, πως ανεβαίνει
στη Μακεδονία για δεύτερη φορά ο καπετάν Φούφας (Ζαχαρίας Παπαδάς),
αφήκε το Δεληγιαννάκη στα Καστανοχώρια και πήγε, να τον ενισχύσει. Μα
κι όταν ο Φούφας έπεσε στο Παλαιοχώρι - Εορδαίας, ο Ζιάκας ανέβηκε στο
Βίτσι, και άφησε πάλι στα Καστανοχώρια το Δεληγιαννάκη μαζί με τον
λοχία του Πεζικού, Δημ. Κουρέτα. Ο Δεληγιαννάκης έχοντας μαζί του και
τον καπετά Λάζο Αποστολίδη, απ' τη Λεύκη Καστοριάς, χτύπησε στο χωριό
Χιλιόδεντρο Καστοριάς, τους κομιτατζήδες, που όμως αμύνθηκαν σκληρά.

76
Υποδέχτηκαν τους Έλληνες με πυκνούς πυροβολισμούς και με
χειροβομβίδες, σκοτώνοντας έτσι δυο Έλληνες αντάρτες και πληγώνοντας
άλλους δύο.
Τουρκικός στρατός που έμαθε τα γεγονότα εκείνα, πήγε στο
Χιλιόδεντρο, αλλά τόσο οι Έλληνες, όσο και οι Βούλγαροι είχαν φύγει απ'
αυτό. Στο μεταξύ ο Δεληγιαννάκης προσβλήθηκε από πνευμονία και
σίγουρα θα απέθνησκε, αν δεν βρισκόταν εκεί ο γιατρός, Καρύδης, που κάθε
τόσο τον επισκεπτόταν στο λημέρι του, παρά το μεγάλο κρύο της χρονιάς
εκείνης. Ο Δεληγιαννάκης βλέποντας πως δεν μπορούσε να συνεχίσει τους
αγώνες του από την αρρώστεια του, αποσύρθηκε προσωρινά. Επέστρεψε
όμως μόλις ανάρρωσε απ' την αρρώστεια του.
Προτού όμως φύγει απ' τη Μακεδονία ο Δεληγιαννάκης θεώρησε
καλό, να πάρη τον οπλισμό του Καπετάν Λίτσα (Αντώνη Βλαχάκη) και του
Λεωνίδα Πετροπουλάκη, Λακώνων την καταγωγή, που είχαν σκοτωθεί στην
Οσνίτσανη (Καστανόφυτο) της Καστοριάς στις 7 Μαΐου 1906.
Ο οπλισμός των δυο παραπάνω Λακώνων είχε περιέλθει σε Τούρκους
Βαλαάδες της Λειψίστης (Νεάπολης) Βοΐου και για την παραλαβή του
πρόσφερε σ' αυτούς δι άλλου προσώπου, αρκετά χρήματα! Έχοντας λοιπόν
ο Δεληγιαννάκης τώρα τον οπλισμό του αρχηγού καπετάν Λίτσα και του
υπαρχηγού του Σώματος, Λεωνίδα Πετροπουλάκη, κατέβηκε στην ελεύθερη
Ελλάδα και τον παρέδωσε στους συγγενείς του.
Στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913 ανέβηκε πάλι στην
Μακεδονία εθελοντικά, για να πολεμήσει τον Τούρκο δυνάστη.
Ας πάρουμε όμως χρονολογικά τα γεγονότα της περιόδου εκείνης, απ'
τα οποία θα φανεί η εθνική του προσφορά! Σαν βρέθηκε στις 12 Οκτωβρίου
1912 στη Μακεδονία ο Δεληγιαννάκης, έστειλε μαζί με τον Καούδη και
Σεϊμένη γράμμα στο Γιώργο Μακρή ή Δικώνυμο, γράφοντας πως πήρε
γράμμα απ' την επιτροπή της Σιάτιστας με το οποίο τον παρακαλούσε εν
ονόματι της Πατρίδος να σώσουν την πόλη τους, που κινδύνευε! Μόλις
έφτασε στην πόλη, πήρε έγγραφο όπου ο τότε Δήμαρχος της Σιάτιστας
Μηνάς Θεοδώρου, γιατρός έγραφε:
«Κύριε αρχηγέ! Επειδή πολλά περί εισβολής Τούρκων κατά της
ημετέρας πόλεως διαδίδονται και οι κάτοικοι της άοπλοι όντες αδυνατούσιν,
να αποκρούσωσιν τούτους, εξορκίζομεν Υμάς εν ονόματι της Πατρίδος,
όπως παραμείνετε προς αναχαίτισιν του εχθρού, αν τυχόν επαναληφθώσιν αι
φήμαι αύται».
Στις 23 Οκτωβρίου 1912 ο Δεληγιαννάκης μαζί με άλλο Κρητικό τον
Μαυρογένη, πήγαν στην Κορησσό της Καστοριάς, για να αφοπλίσουν
όσους Τούρκους στην περιοχή είχαν όπλα. Κι όταν στις 31 Οκτωβρίου της
ίδιας χρονιάς, οι κάτοικοι Μαυρόβου ζήτησαν απ' το Γεώργιο Κατεχάκη
ενίσχυση για να υπερασπίσει το χωριό τους από εχθρικές επιδρομές, τα τρία
κρητικά σώματα των Δεληγιαννάκη, Μακρή και Καραβίτη, που πήγαιναν
στη Μηλίτσα της Καστοριάς, αντελήφτηκαν ένα τάγμα Τουρκικού στρατού,

77
να κατευθύνεται στο Μαύροβο. Τότε ο μεν Δεληγιαννάκης με το Μακρή
μπήκαν στη Μηλίτσα, ενώ ο Καραβίτης προχώρησε για το Μαύροβο, οι
άντρες του οποίου πρόλαβαν να ματαιώσουν την είσοδο των Τούρκων σ'
αυτό. Την επιτυχία όμως εκείνη των ανδρών του Καραβίτη πλήρωσε με το
αίμα του, ο Στρατής Πολυκαστρίτης, απ' την Κίσσαμο των Χανίων.
Ο Γενικός Αρχηγός των εθελοντικών Σωμάτων, Γεώργιος Κατεχάκης,
(Ρούβας) έστειλε τότε στους δυο αρχηγούς Γ. Μακρή ή Δικώνυμο και Ηλία
Δεληγιαννάκη το παρακάτω γράμμα:
«Σας καθιστώ γνωστόν ότι η κατάστασις είναι αρκετά σοβαρά.
Πιστεύω όμως ότι εντός 2-3 ημερών θα μεταβληθεί εντελώς. Είναι ανάγκη,
ο μεν Δεληγιαννάκης να μεταβή αμέσως εις το Μπλάτσι ίνα μετά του
Μάντακα και Ανδρέα (εννοεί τον Παναγιωτόπουλο, απ' την Κλεισούρα)
υπερασπισθούν τα γύρω χωριά, ενώ ο Μακρής να σπεύση μετ' εμού και του
στρατού, διά να βαδίσωμεν προς καταδίωξιν του εχθρού. Σας πέμπω 4
κάσσες φυσίγγια, ίνα διά των δύο εφοδιασθή ο Δεληγιαννάκης και τας
άλλας δύο διά τον Μάντακαν και Ανδρέαν. Είναι ανάγκη να σπεύσητε
αμέσως.
Σας φιλώ
Κατεχάκης»
Στις 4 Νοεμβρίου 1912, που γινόταν η μάχη στη Σιάτιστα, ο
Δεληγιαννάκης βρισκόταν με τους άντρες του Σώματος του στη Βλάστη,
όπου βρισκόταν και ο Μάντακας. Κι όταν οι δυο εκείνοι αρχηγοί βγήκαν με
τους άντρες των Σωμάτων τους στα χωριά της Εορδαίας, Εμπόριο,
Μηλοχώρι και Αναρράχη, έπιασαν όλους τους Τούρκους κατοίκους τους,
που είχαν προξενήσει μεγάλα κακά στους Έλληνες της περιοχής εκείνης,
ύστερα απ' το ατύχημα που είχε πάθει η Ε' Μεραρχία στο Αμύνταιο με το
Διοικητή της, Δημήτριο Ματθαιόπουλο!
Οι δυο εκείνοι αρχηγοί πήγαν και σ' άλλα τουρκοχώρια της Εορδαίας,
που κατοικούσαν φανατικοί Τούρκοι Κονιάροι, των οποίων η καταγωγή
προέρχονταν απ' το Ικόνιο της Μ. Ασίας, για να τιμωρήσουν όσους απ'
εκείνους είχαν πλιατσικολογήσει από σπίτια της Βλάστης είδη ιματισμού
και έπιπλα, που έφταναν συνολικά τα 100 φορτία.
Οι προύχοντες της Βλάστης για να εκδηλώσουν την ευγνωμοσύνη τους
στο Δεληγιαννάκη, για ότι έπραξε για την κωμόπολη τους, έστειλαν σ'
αυτόν μόλις ο πόλεμος του 1912 πήρε καλή έκβαση το παρακάτω γράμμα:

78
Εν Βλάστη τη 10η Μάιου 1913
Αξιότιμε κ. Ηλία Δεληγιαννάκη
Επειδή η μεν παρασιώπησις πάσης καλής πράξεως και μάλιστα όταν εξ
αυτής εξηρτήθη η σωτηρία ολοκλήρου Κοινότητος αποτελεί παράλειψιν
καθήκοντος επιβαλλομένου, η δε μη αναγνώρισις των αγαθών αυτής
αποτελεσμάτων μαρτυρεί καρδίαν ήκιστα ευγενή και ευγνώμονα, διά τούτο
προαγόμεθα -καίτοι αναγνωρίζομεν ότι θέλομεν προσκρούσει εις την
χαρακτηρίζουσαν υμάς μετριοφροσύνην- να διακηρύξωμεν δημόσια τας
πολυτιμοτάτας υπηρεσίας, τας οποίας παρέσχετε μετά του υφ' Υμάς
Σώματος εις την κοινότητα ημών, ιδία δε κατά την κρισιμοτάτην δι' αυτήν
στιγμήν της 2ας προς την 3ην Νοεμβρίου παρελθόντος έτους και
εκφράσωμεν Υμίν τας θερμοτάτας και ειλικρινεστάτας ευχαριστίας και την
αμέριστον συμπάσης της ενταύθα Κοινότητος ευγνωμοσύνην, τόσον διά το
ενδιαφέρον όπερ προς απόκρουσιν του επαπειλήσαντος αυτήν κινδύνου
επεδείξασθε, όσον και διά την ευγενή συμπεριφοράν, την χαρακτηρίσασαν
άπασαν την δράσιν υμών καθ' όλον το διάστημα της εν των μέσω ημών
παρουσίας. Δέξασθε όθεν αξιότιμε Κύριε την έκφρασιν της ιδιαζούσης
υπολήψεως ημών μεθ' ων διατελούμεν...
Οι πρόκριτοι της Κωμοπόλεως Βλάστης
(ακολουθούν υπογραφές)
Οι Εθνικοί όμως και πολεμικοί αγώνες του Δεληγιαννάκη δε
σταμάτησαν με την λήξη του πολέμου 1912 1913 στη Μακεδονία και στην
Ήπειρο, αλλά συνεχίστηκαν.
Στο μεταξύ οι Κρήτες ανάδειξαν το γενναίο συμπατριώτη τους
βουλευτή τους τόπου τους. Στον πρώτο όμως παγκόσμιο πόλεμο (1914-
1918) σκοτώθηκε στο Σκρα της Μακεδονίας, στις 17 Μαΐου 1918
πολεμώντας με το βαθμό του εφέδρου αξιωματικού. Η Μακεδονία που τόσο
αγάπησε και υπηρέτησε, τον κράτησε για πάντα κοντά της.
Στα χέρια συγγενών του Ηλία Δεληγιαννάκη, βρίσκονται γραπτές
πιστοποιήσεις αρχηγών Σωμάτων του Μακεδόνικου Αγώνα, στα οποία
υπηρέτησε ο γενναίος αυτός Κρητικός.
Έτσι υπάρχει τέτοια γραπτή πιστοποίηση του καπετάν Μαλλιού,
αρχηγού των εν Κορυτσά και Καστανοχωρίων Ελληνικών Σωμάτων με
χρονολογία 10 Ιουνίου 1905, που αναφέρεται στις διάφορες συγκρούσεις,
που πήρε μέρος εκείνος. Υπάρχει επίσης και άλλη πιστοποίηση του
Ανώτατου Συμβουλίου του Μακεδόνικου Κομιτάτου, με χρονολογία 25
Αυγούστου 1905, καθώς κι άλλη μια του Καπετάν Ζιάκα με χρονολογία 10
Ιουνίου 1907.

79
Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α :
Σταμάτη Ράπτη: « Ο Μακεδόνικος αγών» Αθήναι 1913.
Σταύρου Κελαϊδή: « Εθελοντικά Σώματα Κρητών εις την Μακεδονίαν».
Γιάννη Τζημόπουλου: «Η απελευθέρωσις της Δυτικής Μακεδονίας»                                                                                                                                                                                              Θεσσαλονίκη 1976.
Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού:                                                                                                                                                                                                                                                                                    « Ο Μακεδόνικος αγών και τα εις Θράκην γεγονότα» Αθήναι 1979.

Ανδρέα Γυπαράκη: « Κρήτες Μακεδονομάχοι» Αθήναι 1976.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ ΤΕΥΧΟΣ 156, ΜΑΙΟΣ 1979
Σελίδες του Μακεδόνικου Αγώνα
ΚΑΠΕΤΑΝ ΛΑΖΟΣ
μια ζωή για την πατρίδα
(Γράφει ο Γιάννης Τζημόπουλος)
Ο Λάζαρος Αποστολίδης γεννήθηκε το 1884 στο χωριό Ζουπάνιστα
(σημερινή Λεύκη) της Καστοριάς. Στην ηλικία των 19 ετών εντάχτηκε στο
Σώμα του μακεδονομάχου, καπετάν Αριστείδη Μαργαρίτη - Σαδίκη, απ' την
Καστοριά. Πήρε ενεργό μέρος σε πολλές συμπλοκές και μάχες, που έδινε ο
Ελληνισμός κατά Τούρκων και Βουλγάρων στην Μακεδονία, φέρνοντας το
ψευδώνυμο «Καπετάν Λάζος».
Σε μια μάχη που έγινε στο χωριό της Καστοριάς Έζερετς, που
μετονομάστηκε σε Πετροπουλάκη, για να τιμηθεί η μνήμη ενός τέκνου της
Λακωνίας, του Λεωνίδα Πετροπουλάκη, που σκοτώθηκε στην περιοχή
αυτή, πήρε ενεργό μέρος κι ο καπετάν Λάζος, ο οποίος και διακρίθηκε.
Το Γενικό Αρχηγείο του Μακεδόνικου Αγώνα εκτιμώντας την
προσφορά του στη μάχη εκείνη, τον ονόμασε οπλαρχηγό Α' τάξεως.
Αλλά κι όταν αργότερα το Αρχηγείο ίδρυσε ένα ανεξάρτητο τάγμα,
στον καπετάν Λάζο ανάθεσε τη διοίκηση του. Στο τάγμα εκείνο είχαν
ενταχθεί αρκετοί Δυτικό μακεδόνες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και οι
παρακάτω: Χρήστος Τσαούσης, απ"τους Λαχανόκηπους της Καστοριάς,
που διατέλεσε και πρωτοπαλήκαρο του καπετάν Λάζου, Δημήτριος
Βεντούλης, απ' την Γαλατινή - Σιατίστης, Νικόλαος Δερβένης, απ' την
Εράτυρα. Δημήτριος Μπέσιας, απ' τη Δεσκάτη, Νικόλαος Σπυρίδων, απ' τη
Στέρνα - Βοΐου. Σταύρος και Ναούμ Αποστολίδης, που ήταν συγγενείς και
συγχωριανοί του καπετάν Λάζου. Ο Ναούμ Αποστολίδης ύστερα απ' το
Μακεδόνικο αγώνα χειροτονήθηκε σε παπά (Παπαναούμ).
Εκτός όμως απ' τους παραπάνω Δυτικομακεδόνες που είχαν ενταχθεί
στο ανεξάρτητο εκείνο τάγμα, είχαν ενταχθεί και οι Καστοριανοί, Αχιλλέας


ΦΩΤΟ

Σπαθί και μαχαίρια. Στη βάση της θήκης του σπαθιού διακρίνεται (λευκή) τρύπα
από σφαίρα βουλγάρικου πολυβόλου. Αλλες δύο δέχθηκε στην κοιλιά του στις
17 Μαΐου 1918 στο Σκρα και τον οδήγησαν στο θάνατο την 19 Μαΐου.
Φυλάσσονται από την εγγονό του Ηλία στο Ηράκλειο


ΦΩΤΟ

1) Η σημαία του Ηλία I. Δεληγιαννάκη στο Μακεδόνικο αγώνα
(δεξιά ο συγγραφέας της Γενεαλογίας Στρατηγός ε.α. Ηλίας Στ. Δεληγιαννάκης)
Φυλλάσονται στο Ιστορικό και Εθνολογικό μουσείο στη Αθήνα (παλιά Βουλή)
2) Η ίδια σημαία και τα κυάλια του.
3) Υπογραφή 1906

80
Αλβανός, Δαμιανός Γκαρτζάλης, Αθανάσιος Νταβατζής, Αθανάσιος Ιατρού,
διδάσκαλος κι ο Τόσκας.
Παράλληλα όμως με αυτούς, στο ανεξάρτητο τάγμα είχαν ενταχθεί και
μη Δυτικομακεδόνες, όπως οι Θεσσαλοί, Στυλιανός Γιαννούσης, κάποιος
Νίκος με άγνωστο επώνυμο, απ'το Αγιόφυλλο - Καλαμπάκας και ο Βασίλης
Καρακνάκης, λοχίας του Ιππικού, που εκτελούσε και χρέη Γραμματέα στον
καπετάν Λάζο.
Στο έργο του ο καπετάν Λάζος είχε συμπαραστάτριες τόσο τη μητέρα
του Τρυγώνα, όσο και τις δύο αδελφές του, τη Σοφία και τη Δέσποινα, απ'
τις οποίες η μεν πρώτη έγινε αργότερα γυναίκα του Δέλλιου, ενώ η δεύτερη
του Παπαπασχάλη.
Μια μέρα οι Βουλγαροκομιτατζήδες έπιασαν την εξαδέλφη του
καπετάν Λάζου, Μαρία Τσιτσώνη, την οποία και κρέμασαν σε κλωνάρι ιτιάς
για εκδίκηση, γιατί δεν μπορούσαν να βάλουν αυτόν στα χέρια τους.
Ο καπετάν Λάζος πήρε μέρος στη μάχη της Μεταμορφώσεως -
Καστοριάς, έχοντας μαζί του και τον Κρητικό, Ηλία Δεληγιαννάκη, απ' την
Αργυρούπολη Ρεθύμνου.
Μ' ένα κατάλληλο ελιγμό που έκαμαν τότε οι δυο οπλαρχηγοί,
πέτυχαν να μπουν μέσα στο χωριό αυτό και να διώξουν τους
Βουλγαροκομιτατζήδες, απαλάσσοντας έτσι απ' την τυραννία όχι μόνο τους
κατοίκους του χωριού αυτού, αλλά και της γύρω περιοχής του.
Έτσι, με την αγαστή τους συνεργασία οι δυο εκείνοι οπλαρχηγοί
πέτυχαν κι άλλες λαμπρές νίκες κατά του Βουλγάρου αρχικόμιτατζή,
Κυριάζωφ, που είχε την έδρα του στο χωριό Λουβράδες (σημερινό Σκιερό)
των Καστανοχωρίων - Καστοριάς.
Από την ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΟΣ υπό
ΣΤΑΜΑΤΗ ΡΑΠΤΗ, του 1908 (Εκδότες Αναγνωστόπουλος και Πετράκης,
Αριστείδου 7, Αθήνα) παραθέτουμε τα ακόλουθα αποσπάσματα.
Α. ΑΝΑΦΟΡΕΣ στον Ηλία Δεληγιαννάκη.
Σελίς 306: «... Ώστε αν και όταν έλθη ο Δεληγιαννάκης (υπήρχεν
είδησις περί τούτου από Δεκεμβρίου -1904-) διευθύνατε τον προς τα εδώ»,
(από επιστολή του αρχηγού Ρούβα = Κατεχάκη).
Σελίδες 317-318. (Μέσα Μαρτίου 1905). «Και όντως αι ενισχύσεις
αυταί ήρχισαν να καταφθάνουν. Και πρώτον ενεφανίσθη εις την ύπαιθρον
Μακεδονίαν ισχυρόν Ελληνομακεδονικόν σώμα υπό τον αρχηγόν Στέφανον
Μάλλιον». Υπό τον αρχηγόν τούτον διετέλουν οι οπλαρχηγοί Κλείτος,
Πηχεών, Γκούτας, Καραβίτης, Μακρής, Δεληγιαννάκης και Κατσαπράγκας,
επικεφαλής εκλεκτών παληκαριών έκαστος.

81
Σελίδες 711-712: «Ο Ανδριανάκης, καταφεύγων εις τα χωρία
Λόσνιτσαν, Βογατσικόν, Βλάστη και Ζέλτσαν, συνηντήθη με τους
οπλαρχηγούς Δεληγιαννάκην και Λάζον (αφού στις 19 Νοεμβρίου 1906
κατέστρεψε το χωρίο Λουμπέτινα). Οι τρεις μαζί επεχείρησαν κατά του
χωρίου Βουλγαρικού Ισγγλεμπέ, παρενέβησαν Τούρκοι, έφυγαν, εχώρισαν
οι τρεις και οι Δεληγιαννάκης και Λάζος κατευθύνθησαν στο Βογατσικόν».
Σςλίϋξς $55-856. (Μάρτιος 1907). Κατά τας περιπέτειας, ο Ρουπακιάς
συνηντήθη με τα εκδικητικά σώματα τα υπό τον Ηλίαν Δεληγιαννάκην,
Λιχαδιώτην και Λάζον. Τα τρία όμως αυτά σώματα μετ' ολίγον
ανεχώρησαν, μεταβαίνοντα προς συνάντησιν του αρχηγού Λαχτάρα.
Β. ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΗΛΙΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗ. (1)
1. Σελίς 339-346. Δι' αυτό δημοσιεύομεν και την αφήγησιν του
οπλαρχηγού του Μαλλιού, Ηλία Δεληγιαννάκη.
Η αφήγησις έχει ούτως: (Αφορά γεγονότα της 25ης Μαρτίου 1905 στη
Ζαγορίτσανη)
«Είχαμε λημεριάσει σ'ένα βουνό εκεί κατά τη Λεχενίτσα στας 23 του
Μαρτίου. Τα καπετανάτα του Βάρδα από το ένα μέρος και του καπετάν
Στέφου Μαλλιού από το άλλο είχαν αποφασίσει να τιμωρήσουν τη
Ζαγορίτσανη, γιατί αυτή ήταν η φωλιά των κομιτατζήδων. Σ' αυτήν
εύρισκον καταφύγιον όλοι οι ατιμότεροι δολοφόνοι και προδόται του
Βουλγαρικού κομιτάτου.
Οι Ζαγοριτσαναίοι ήσαν ορθόδοξοι πρώτα, δικοί μας, αλλά εδώ και
τρία χρόνια έγιναν σχισματικοί, και οι καλλίτεροι προστάται των
Βουλγάρων και οδηγοί τους.
Τα Χριστιανικά χωρία είχαν πάθει μεγάλο κακό απ' αυτούς.
Ο αρχηγός μας μάλιστα μας τώλεγε από τότε που βγήκαμε, ότι εκείνο
που θα ωφελήση τον αγώνα, θα είναι η καταστροφή αυτής της φωλιάς.
Εκεί λοιπόν, κατά την Λεχενίτσα, μαζεύθηκαν την νύκτα της 23ης
Μαρτίου και ο καπετάν Βάρδας με τους οπλαρχηγούς Πούλακαν, Πάτερον
και Μσακρήν.
Εις το δικό μας σώμα ήσαν οπλαρχηγοί ο Γκούτας, ο γέρω κλέφτης,
όπως τον λένε, ο γυιος του Στέργιος Γκούτας, καλοί πολεμισταί και οι δύο,
και ο Κατσαπράγκας, ο οποίος σκοτώθηκε αργότερα σε μία συμπλοκή με
τους Βουλγάρους.
Την νύκτα εκείνην εκινήσαμε από τα λημέρια μας και με πολλάς
προφυλάξεις, την νύκτα της επομένης 24ης Μαρτίου, ελημεριάσαμε σ' ένα
βουνό έξω από την Ζαγορίτσανη, μια ώρα νύκτα ακόμα κατεβήκαμε κάτω
και περικυκλώσαμε το χωριό.
(1) Δεν έχουν διορθωθεί οι υπάρχουσες στο πρωτότυπο ανορθογραφίες.

82
Οι αρχηγοί μας ετακτοποίησαν γύρω και μας έδωκαν την εντολή εις τα
γυναικόπαιδα ν' αφήνουμε ελευθέρα την έξοδο, στους άνδρες όμως
τουφέκι. Έπρεπε να μη μείνη ούτε ένας απ' αυτούς τους κακούργους.
Και μου φαίνεται ότι δεν έμεινε.
Ο αρχηγός μας με τον καπετάν Βάρδα και τον Γκούτα επροχώρησαν
έπειτα μέσα στο χωριό με 60 παιδιά.
Ήταν κατά τα ξημερώματα της 25ης Μαρτίου.
Μας είχε παραγγείλει, μόλις ακούγαμε την σάλπιγγα του αρχηγού μας
(γιατί ο καπετάν Μάλλιος έχει μαζί του πάντα μια σάλπιγγα) και μια
πιστολιά του καπετάν Βάρδα ν' αρχίσουμε όλοι ομαδόν πυρά για να
φοβίσωμε τους Βουλγάρους.
Δεν είχε περάσει ένα τέταρτο που είχον προχωρήσει μέσα στο χωριό οι
καπεταναίοι και τους έρχεται μια τουφεκιά. Ο αρχηγός μας σημαίνει διά της
σάλπιγγος και αρχίζει αμέσως το τουφεκίδι απ' άκρου εις άκρον του χωριού.
Άναψε το χωριό.
Δεν ειμπορώ να σας παραστήσω το κακό που έγινε.
Εκάμαμε όλοι έφοδο μέσα στο χωριό, ενώ το τουφεκίδι εχάλαγε
κόσμο.
Από τα σπίτια οι κομιτατζήδες μας πυροβολούσαν με λύσσα, ενώ
άφηναν τις γυναίκες και τα παιδιά να μας παρακαλούν να τους λυπηθούμε.
-Μπράτιμ! μπράτιμ! Άκουες δεξιά και αριστερά από γυναίκες
ξεμαλλιασμένες μέσα στους δρόμους και παιδιά που έτρεμαν σαν φύλλα.
-Αδελφέ! αδελφέ! εφώναζαν όσοι άφηναν το πείσμα μπροστά στο
θάνατο και ωμιλούσαν ελληνικά για να σωθούν.
Τα γυναικόπαιαδα έφευγαν από το χωριό φοβισμένα, ενώ τα
παληκάρια μας εσκαρφάλωναν στις μάνδρες και στα παράθυρα για να
πιάσουν ζωντανούς τους κομιτατζήδες.
Αυτοί έτρεμαν περισσότερο από της γυναίκες από το φόβον τους.
Μας ερρίχνανε και οι σφαίρες δεν μας περνάνε, γιατί τα χέρια τους
έτρεμαν.
Όταν επηδούσαμε μέσα σε κανένα σπίτι, έκρυβαν τα όπλα κ' έτρεχαν
να κρυφθούν κι' αυτοί.
Και όσοι δεν επρόφθαναν, έπεφταν στα πόδια μας και άρχιζαν το
-Μπράτιμ! μπράτιμ!
Αλλά σ' εκείνο το χαλασμό που άκουγε κανείς τίποτε.
-Φωτιά και τουφέκι απ' άκρη σ' άκρη! μας είχεν ειπή ο αρχηγός.
Μόνο μη πειράζετε τα γυναικόπαιδα.
Και φωτιά και τουφέκι εδούλεψεν επί δύο ώραις.
Δύο ώραις είχαν περάσει μέσα σ' αυτόν τον ανεμοστρόβιλο από
μολύβι και φωτιά, και τα καραούλια που είχαμε έξω από το χωριό αφήσει,
μας ανήγγειλαν την εμφάνισιν του τουρκικού στρατού.
Ο Τουρκικός Στρατός εφάνηκε από το κάτω μέρος της Ζαγορίτσανης.

83
Τον ειδοποίησαν για την καταστροφή τα γυναικόπαιδα που είχαμε
αφήσει να φύγουν ελεύθερα.
Το τουφέκι όμως, και ύστερα από την είδησι αυτή, έδινε και έπερνε
μέσα στο χωριό.
Δεν έπρεπε να μείνη ένας Βούλγαρος.
Εμείς κτυπούσαμε εκτεθειμένοι έξω στους δρόμους, και αυτοί μας
έρριχναν μέσα από τα παράθυρα.
Πρέπει να ήτανε από Θεού η καταστροφή αυτών των κακούργων, γιατί
δυο ώρες εκτυπούσαμε έτσι εκτεθειμένοι και κανείς από μας δεν έπαθε.
Θυμάμαι, την ώρα που κάμαμε γιουρούσι μέσα στη Ζαγορίτσανη, ο
καπετάν Γκούτας και εγώ με τα μπουλούκια μας περιεκυκλώσαμε ένα σπίτι
που είχαν χωθή μέσα καμμιά πενηνταριά κομίτες.
Εστάθηκε αδύνατον να μπούμε μέσα στο σπίτι, γιατί αυτοί μας
έρριχναν απ' τα παράθυρα.
Καμμιά φορά σπάζουμε την πόρτα και ορμούμε όλοι μέσα.
Κυττάζουμε για τους κομίτες. Πουθενά.
Ηύραμε κάτι φυσίγγια, κάτι όπλα που τα είχαν πετάξει και καμιά
πενηνταριά κόκκαλα, απ' αυτά που είχαν αυτού πάντα για να φορούν τα
παπούτσια τους.
Το σπίτι είτανε ψηλό και αυτοί όλοι είχαν κρυφτή απάνω στον οντά.
Τους φωνάζουμε να καταιβούν. Τίποτε. Έτρεμαν από φόβο.
Για να τους αναγκάσουμε να καταιβούν απ' εκεί ρίχνουμε πετρέλαιο
και βάζουμε φωτιά. Σε λίγα λεπτά το σπίτι επήρε φωτιά.
Αυτοί έβγαιναν ένας ένας απάνω στη στέγη για να σωθούν. Μερικοί
μάλιστα, όσοι κρατούσαν τα τουφέκια τους μας έρριχναν.
Εκεί απάνω στη στέγη εσκοτωθήκανε όλοι, ένας ένας σαν σπουργίτια.
Στην έφοδο ενός άλλου σπιτιού, ένας κομίτης βγαίνει στην πόρτα και
σημαδεύει με το περίστροφο ένα από τους καπεταναίους, τον οποίο
εγνώριζε.
Προφθάνει όμως ένα παλληκάρι του Γκούτα, Πλατής λέγεται, και του
τραβάει μια με το γιαταγάνι από το πλάι.
Παναγία μου! Πρώτη φορά είδα τέτοιον αποκεφαλισμόν.
Ο στρατός όμως λίγο - λίγο επλησίαζεν.
Οι αρχηγοί διέταξαν υποχώρησι, και είχα μαζέψει και εγώ τα παιδιά
και τραβούσαμε να βγούμε απ' το χωριό.
Εκεί που περνούσαμε βλέπουμε ένα σπίτι απάτητο. Λέω σε δύο τρία
παιδιά.
-Μωρέ μπήτε μέσα κει να ιδήτε τι είνε.
Μόλις μπαίνουν, τους ξεπροβάλλουν κάμποσα γυναικόπαιδα και
πέφτουν στα πόδια τους με κλάματα και παρακάλια.
Μπαίνουμε κει μεις οι άλλοι κατόπιν.

84
Ησυχάζουμε της γυναίκες και τα παιδιά και ψάχναμε μην ήτανε
κανένας κομιτατζής. Εκεί που ψάχναμε, κάποιος ανασήκωσε κάτι ρούχα
που ήταν σωριασμένα σ' ένα μέρος, και βρίσκει από κάτω δύο κομίτες.
Αυτοί ρίχνονται στα πόδια μας παρακαλώντας να μη τους σκοτώσουμε.
Φώναζαν από το άλλο μέρος τα παιδιά.
Τους λυπήθηκα και είπα να τους πάμε στον αρχηγό.
Εκείνην την ώρα όμως έρχεται απεσταλμένος από τον αρχηγό και μας
λέει να φύγουμε γρήγορα, γιατί ο στρατός θα εμπλοκάριζε. Κάποιο από τα
παιδιά τα δικά μου πάλι αναγνωρίζει ότι ένας από τους κομίτες είχε
σκοτώσει ένα δικό μας δάσκαλο προ καιρού με 92 μαχαιριές.
Χωρίς να προφθάσω να καταλάβω τι γινότανε, τους τραβούν εκεί δα
δύο τουφεκιές και τους σκοτώνουν και τους δύο.
Τότε είδα μια σκηνή που μας ραΐζει ακόμη την καρδιά, σαν τη
θυμούμαι. Δεν θέλαμε να σκοτώνεται κανείς που δεν φέρει αντίστασι, εάν
δεν τον δικάση ο Αρχηγός. Ας είναι και δολοφόνος.
Μόλις έπεσε χάμω ο νεώτερος από τους δύο κομίτες, μία από της
γυναίκες έτρεξε ξεμαλλιασμένη κ' έπεσε πάνω του και τον φιλούσε στο
πρόσωπο.
Δεν μπόρεσα να βαστάξω και επήρα τα παλληκάρια και έφυγα.
Τι να πω; δεν είχα λυπηθή ποτέ άλλοτε έτσι.
Η καταστροφή της Ζαγορίτσανης δεν είναι τίποτε μπροστά στα
βασανιστήρια και τους σκοτωμούς που είχαν υποστή τόσα χρόνια τώρα οι
δικοί μας εκεί απάνω από τους κομίτες.
Και όμως όταν συλλογίζομαι καμμιά φορά, μου ραΐζεται η καρδιά.
Θυμάμαι που περνάγαμε τους δρόμους του χωριού για να φύγουμε και σε
κάθε δρόμον εύρισκες 8-10 πτώματα, γυναίκες και παιδιά να μοιρολογούνε.
Το χωριό με 500 σπίτια εκάπνιζε όλον από το τουφεκίδι.
Μα τι να γίνη! ... Απάνω στη μανία του τουφεκιού δεν συλλογίζεσαι
τίποτε άλλο από την εκδίκησι.
Όταν είχαμε βγη από το χωριό, ο στρατός είχε φθάσει ίσα με 1.000
μέτρα μακρυά από τη Ζαγορίτσανη, και άρχισε να μας ρίχνη.
Εμείς όμως τραβήξαμε από το απάνω μέρος προς το Λέχοβο κατά τα
βουνά.
Είχαμε μαζή και 18 Βουλγάρους αιχμαλώτους από τη Ζαγορίτσανη,
από τους οποίους ο ένας ήτανε ο Παππάς.
Μία ώρα από τη Ζαγορίτσανη, προς το μέρος της Κλεισούρας,
εκάμαμε στάσι.
Είχαμε μαζή αυτούς τους 18 αιχμαλώτους κομιτατζήδες, και βλέπετε
αυτοί για ένα σώμα σε εχθρικό μέρος είναι βάρος. Και όχι μόνο βάρος, αλλά
και επικίνδυνοι.
Εκεί που σταθήκαμε, ο Αρχηγός τους έβαλε στη γραμμή και τους
διέταξε να απολογηθούν, για όσα είχαν κάμη κατά των ιδικών μας.

85
Γιατί όλοι αυτοί είχαν σκοτώσει και είχαν βασανίσει κορίτσια, γέρους,
και είχαν ατελείωτα κακουργήματα.
Όλοι κύτταξαν τον παππά και εις αυτόν είπανε για να απολογηθή για
όλους.
-Γιατί μωρέ παπά, του λέγει ο αρχηγός τότε, επήγες να γείνης
Βούλγαρος και να δούλεψης αυτούς τους ληστάς και τους δολοφόνους; Δεν
εντράπηκες, παππάς άνθρωπος, να πας να προδώσης τους αδελφούς σου; να
γείνης κακούργος; Τι ψυχή θα παραδώσης γέρος άνθρωπος;
«Ο Τσακαλάρωφ ήλθε εις το χωριό με άλλους και μας βάφτισε
Βουλγάρους όλους.»
Αποκρίνεται ο παππάς.
-Και καλά τι σας έκαμαν οι Έλληνες που τους προδίνετε και τους
δολοφονείτε;
Τον ρωτάει ο καπετάν Βάρδας.
Σ' αυτό σκέφτηκε λιγάκι ο παππάς και ύστερα αποκρίθηκε.
-Δεν προδώκαμε κανένα.
Κατόπιν οι αρχηγοί με τους καπεταναίους εκάμαμε συμβούλιον, όπου
κατεδικάσθησαν εις θάνατον και οι δεκαοκτώ κομίτες.
Είπαμε ότι θα ήτανε άγριο να τους τουφεκίσουμε εκεί που ήσαν στη
γραμμή, και αποφασίσαμε να τους πη ο αρχηγός ότι είναι ελεύθεροι να
γυρίσουν στο χωριό τους και να γίνουν Έλληνες και μόλις τραβήξουν ολίγα
βήματα να τους τουφεκίσουμε.
Αυτό και έγεινε.
Μόλις στρέψανε για κάτω τους ρίξαμε μια μπαταρία.
Αυτή έφτασε για τους 17. Για τον παπά εχρειάστηκαν και άλλες.
Επήρε δύο σφαίρες στο κορμί και τον είδαμε να ανασηκώνεται, και να
ζητάη να μας φύγη. Αν είχεν εκατό τουφέκια, θα μας τάρριχνε. Το βάσταξε
το μολύβι πολύ.
Εκεί όμως που είχαμε σταθή, ήτανε το μέρος πολύ επικίνδυνο. Όπως
μας λέγανε οι οδηγοί, σε λίγο θα πέρναγε Τουρκικός στρατός που θα
κατέβαινε απ' τα μέρη της Κλεισούρας, και θα μας έβαζε στη μέση με τον
άλλο στρατό που είχε φτάσει πια στη Ζαγορίτσανη.
Ο αρχηγός λοιπόν διέταξε εμένα και τον Γκούτα να τραβήξουμε
μπροστά με τα δικά μας τα παιδιά και να πιάσουμε οχυρό μέρος για λημέρι.
Τα άλλα σώματα θα ακολουθούσαν τη ράχη. Πράγματι σε λίγη ώρα ηύραμε
καλό μέρος και έτοιμο λημέρι με μετερίζια κλπ. Αυτό το λημέρι ήτανε της
συμμορίας του Τσακαλάρωφ, όπως μας λέγανε οι οδηγοί.
Σε μιάμισι ώρα όμως αφού λημεριάσαμε, εφάνησαν καμμιά πενηνταριά
Νιζάμηδες από την Κλεισούρα.
Μόλις μας είδαν, έπιασαν κάτι χαλάσματα που ήταν κάτω απ' το
λημέρι μας και μας άρχισαν στο τουφεκίδι.
Στην αρχή φυλαγόμαστε και δεν τους ρίχναμε. Μα σε λίγο
προχώρησαν απάνω μας.

86
Το κύριον σώμα ήτανε τραβηγμένο στη ράχι και δεν έλαβε μέρος στη
συμπλοκή.
Εμείς όμως τους ρίξαμε τότε.
Σε λίγο, επειδή οι δικοί μας ενόμισαν ότι ο στρατός μας είχε πλοκάρει,
ήρθε και ο Πούλακας με κάμποσα παλληκάρια. Τότε τους δώσαμε ένα
κυνήγι ως κάτω κοντά στην Κλεισούρα. Εμάθαμε ότι κτυπήθηκε ένας
στρατιώτης στο πόδι. Μα εμείς δεν τους ρίχναμε στα καλά, παρά για φόβο.
Από μας δεν έπαθε κανείς.
Την νύκτα τραβήξαμε προς τα μέρη της Λεχενίτσας.
Το κρύο και τον πάγο που τραβήξαμε όμως εκείνην την νύκτα δεν το
είχα μεταϊδή άλλη φορά. Έρριχνε χαλάζι όλη νύκτα που μας πέθανε.
Και ένας βορηάς.
Θυμάμαι ότι ο σκούφος μου είχε μαζέψει νερό και τον έβαλα στο
μανικοκάππι να στέγνωση μα την άλλη μέρα το πρωί που τον έβγαλα ήταν
κρυσταλλωμένο το νερό απάνω.
Στις 26 Μαρτίου εκάναμε ανάπαυσι και το βράδυ ο μεν καπετάν
Βάρδας με τα καπετανάτα του έμεινε στα μέρη της Λεχενίτσας, εμείς δε
τραβήξαμε κατά τα Καστανοχώρια».
2. Σελίς 349 - 359. Αναφέρεται στη συνέχεια της δράσεως του
σώματος του Στέφου Μαλλιού, μετά την παραπάνω μάχη της Ζαγορίτσανης.
Συνέχεια ημερολογίου.
«Ως γράφομεν ανωτέρω, το υπό τον αρχηγόν Στέφον Μάλλιον
Ελληνομακεδονικόν σώμα αποχωρισθέν του Βάρδα, μετά του οποίου
συνέπραξε κατά της Ζαγορίτσανης, μετέβη εις τα Καστανοχώρια.
Την περαιτέρω δράσιν του σώματος τούτου αφηγείται επίσης εις το
ημερολόγιόν του ο καπετάν Ηλίας Δεληγιαννάκης και του ημερολογίου
τούτου, του όσον αφελούς όσον και φιλαλήθους, παρέχομεν ήδη την
συνέχειαν.
« Σ ' αυτά τα μέρη, γράφει ο καπετάν Δεληγιαννάκης, ελημεριάσαμε
ήσυχοι ως τα τέλη του Απριλίου.
Εκείνες τις ημέρες ο αρχηγός απεφάσισε να πάμε στα Βουλγαροχώρια
που είναι κάτω από το βουνό «Όρλια». Τα Βουλγαροχώρια αυτά ήτανε το
Ιζερέτς, οι Λαβράδες και Οσνιτσα. Είχαν γείνη βουλγαρικά διά της βίας, και
έπρεπε να τα φέρουμε πάλι με το Πατριαρχείο.
Στας 30 Απριλίου ευρισκόμαστε έξω από το Ιζερέτς.
Είδαμε κάτι τσοπάνους 5-6 και πήγαμε να τους πιάσουμε για να μας
οδηγήσουν μέσα στο χωριό. Οι τσοπάνοι όμως μας κατάλαβαν πριν τους

87
πλησιάσουμε και τόσκασαν. Τους κυνηγήσαμε με 3-4 παιδιά, αλλά τίποτε.
Τόβαλαν κατά πόδα και όταν μπήκαν στο Ιζερέτς, είπαν ότι ήρθανε κλέφτες
για να κλέψουν τα πρόβατα.
Εμείς καταλάβαμε τότε, ότι σε λίγο θάνοιγε το τουφέκι με τους
Κομίτες και πιάσαμε καλά μέρη.
Πράγματι σε μισή ώρα φάνηκαν απ' το χωριό καμμιά δεκαριά
κομιτατζήδες ωπλισμένοι με επαναληπτικά και τους ακολουθούσαν άλλοι
35 χωρικοί, άνθρωποι και αυτοί του κομιτάτου καλά ωπλισμένοι.
Εμείς είχαμε γκράδες και γιαταγάνια και θα είμαστε ως σαράνταπέντε.
Μόλις μας είδαν, έπιασαν κάτι βράχους κατά τη ράχι του βουνού και
ήρχισαν να μας ρίχνουν.
Ο αρχηγός διατάσσει τότε εμένα και τον Κατσαπράγκα. Τον ελέγαμε
έτσι στο σώμα, μα το αληθινό του όνομα ήτο Παπαϊωάννου και ήτον
υπαξιωματικός παρητημένος και καλό παλληκάρι.
Μας διατάσσει λοιπόν να πάμε με είκοσι παιδιά και να τους βάλουμε
στη μέση. Το άλλο σώμα με τον καπετάνιο και τον Γκούτα θα έμενε απάνω
στη ράχι.
Αυτό έγεινε αμέσως.
Κατεβήκαμε σκυφτά - σκυφτά για να πιάσουμε μέρος ανάμεσα σ'
αυτούς και στα βουλγαροχώρια. Αυτοί μας έρριχναν, αλλά δεν
απαντούσαμε.
Σε λίγο πιάσαμε κάτι βράχια και τους αρχίσαμε ομαδόν εμείς από κάτω
και οι άλλοι απ' επάνω.
Εκεί δα σκοτώθηκε ο καϋμένος ο Παπαϊωάννου.
Όταν αρχίσαμε το τουφεκίδι, ο Παπαϊωάννου δεν μπορούσε να
διακρίνη το μέρος που ήταν χωμένοι οι κομίτες. Γιατί είχαν πιάση αυτοί
καλά βράχια. Ανασηκωνότανε κάθε στιγμή για να ιδή, ενώ εμείς οι άλλοι
ρίχναμε πρηνηδόν.
Τους είχαμε βλέπετε απ' επάνω τους κομίτες, και είμαστε λίγο άσχημα.
-Μα πούνε μωρέ; ρώταγε ο μακαρίτης, ένα παιδί Σπύρο Καπάλη, που
ήτανε ξαπλωμένο εκεί δίπλα μου. Πούνε; δεν βλέπω.
-Εκεί δα καπετάνιε, μέσα στα βράχια που βγαίνει ο καπνός, τούδειχνε
κείνος.
Αλλά ο Παπαϊωάννου ήτο ανασηκωμένος.
-Πέσε χάμου, μωρέ καπετάνιε, θα βαρεθής, του φωνάζω.
Δεν είχα προφθάσει να το τελειώσω, και ενώ σήκωνε το κεφάλι,
τούρχεται μια σφαίρα από κάτω απ' το δεξί μάτι και του χώνεται στο μυαλό.
Έπεσε χάμω και άρχισε το βογγητό. Μα δεν ξεψύχαγε.
Ερρίχναμε ακόμα επί μιάμιση ώρα. Έξαφνα σε μια στιγμή οι κομίτες
πάψανε το τουφέκι.
Τους ρίχνομε. Δευτερώνουμε τις μπαταρίες. Τίποτε.
Κυττάμε απάνω, κάτω, πουθενά. Σηκωνόμαστε, ψάχνουμε στο μέρος
που είχαν πιάσει. Δεν ήταν εκεί.

88
Είχαν φύγει φαίνεται από ένα μονοπάτι που κατέβαινε απ' άλλο μέρος
του βουνού μέσα σε μια ρεμματιά. Και απ' εκεί χάθηκαν, όπως μάθαμε
κατόπιν απ' αυτούς, κτυπήθηκε ένας σοβαρώς, ο οποίος και πέθανε το
βράδυ και δύο άλλοι ελαφρότερα.
Επίσης μάθαμε θετικά κατόπιν, ότι μέσα στο Ιζερέτς, όταν
κτυπιόμαστε με τους Βουλγάρους, είχε κάνει σταθμό ένα απόσπασμα από
20 νιζάμηδες. Αλλ' αυτοί ήσαν κουρασμένοι και ούτε κουνηθήκανε
καθόλου απ' το χωριό, δυο ώρες που έπεφταν ή τουφεκιές. Μας άφησαν να
τα ξεδιαλύνουμε μονάχοι μας, όπως έλεγαν.
Αφού χάσαμε τους κομίτες, γυρίσαμε πάλι στο μέρος που είχε σκοτωθή
ο Παπαϊωάννου, ότε ξεψύχαγε με ένα βογγητό που έσκιζε βράχια. Είχε
πάρει μολύβι στο μυαλό και βάσταξε δύο ώρες. Παλληκάρι σπάνιο και
καλός σύντροφος. Τον έκλαψε η καρδιά μας.
Τον εθάψαμε σ' ένα πλάϊ εκεί στο βουνό, μέσα σε μια γούβα. Με τα
μαχαίρια εβγάλαμε χώμα για να του ρίξουμε απ' επάνω.
Επεράσαμε δύο τρεις φορές από κείνο το μέρος αργότερα και του
ανάψαμε λιβάνι. Το μνήμα του ήταν απείραχτο.
Οι κομιτατζήδες που ήταν στα τρία αυτά Βουλγαροχώρια και οι
χωρικοί έμαθαν, ότι σκοτώθηκε ένα παιδί δικό μας σ' εκείνην τη συμπλοκή.
Και κατάλαβαν ότι εμείς δεν εννοούσαμε να παίξουμε αν δεν παρεδίδοντο
και εγύριζαν με τα Πατριαρχεία.
Γράφουν λοιπόν ένα γράμμα στον Αρχηγό που έλεγεν ότι ήσαν
αδελφοί μας, ότι είναι πρόθυμοι να γυρίσουν, να γείνουν χριστιανοί και
άλλα πολλά.
Από κάτω απ' αυτά είχαν βάλει για υπογραφή τα ονόματα των τριών
χωριών «Ιζερέτς, Λοβράδες και Όσνιτσα».
Ο αρχηγός όταν έλαβε αυτό το γράμμα ευχαριστήθηκε πολύ. Δεν
ηθέλησε κανένας μας ποτέ να δούλεψη το τουφέκι για να γυρίσουν χωριά
βουλγαρικά με τα Πατριαρχεία. Και όταν δουλέψαμε, για κείνους μόνο που
ήσαν κομιτατζήδες το κάμαμε.
Ευχαριστηθήκαμε κ' εμείς γι' αυτή τη στάσι των χωρικών.
Ο καπετάν Μάλλιος τους έγραψε τότε για απάντησι ότι αυτός και τα
παλληκάρια του δεν πήγε εκεί απάνω για να κάψη και να φέρη την
καταστροφή και το φονικό, αλλά για να πείση και να συμφιλίωση εκείνους
που ήταν αδέρφια κ' εγείνηκαν εχθροί για τους Βουλγάρους τους
κακούργους.
Μας έστειλαν κατόπιν και άλλα γράμματα κ' εμείς τους εστείλαμε.
Πάντα μας έλεγαν ότι είναι πρόθυμοι να γυρίσουν. Ελέγαμε κ' εμείς εκείνες
τις ημέρες να πάμε να πατήσωμε τα χωριά.
Μία μέρα έξαφνα μας έρχεται ένα γράμμα, που μας φάνηκε σαν
αστροπελέκι.
Ήτανε πολύ καλά γραμμένο, τώχανε συντάξει καλά, και έλεγε ότι οι
χωρικοί και οι κομιτατζήδες δεν μας δέχονται στα χωριά τους, γιατί εμείς

8 9
είμαστε σαν τον Ηρώδη που έσφαζε τα μωρά παιδιά, και άλλες κατηγορίες,
όπως έλεγε ο Αρχηγός.
Αυτά όλα θα τα είχε γράψει ο Κυριάζος, ο αρχηγός των κομιτατζήδων,
που ήτανε διδάσκαλος στην Όσνιτσα.
Θυμάμαι ότι μόλις εδιάβασε αυταίς της βρισιαίς ο αρχηγός επνίγηκε
από θυμό.
-Εμείς να τους λέμε να γείνουν χριστιανοί, και αυτοί να μας βρίζουν!
Άμα είδεν ο καπετάν Μάλλιος αυταίς της ατιμίαις της βουλγαρικαίς,
απεφάσισε να γυρίση τα χωριά με το τουφέκι.
-Θα πάμε να πιάσουμε, μας είπε, την Όσνιτσα που είναι και το σπίτι
αυτού του κομίτη του Κυριάζου. Αν δεν παραδοθούν και γυρίσουν με το
Πατριαρχείον και υπογράψουν ότι είναι Έλληνες, θα τους περάσωμε από το
τουφέκι.
Εφυλάξαμε να περάσουν λίγες ημέρες ακόμη, γιατί πέρναγε στρατός
απ' εκείνα τα μέρη και δεν ηθέλαμε να συναντηθούμε.
Στας 13 Ιουνίου λοιπόν μια ώρα νύκτα ακόμη, κατεβήκαμε και
μπλοκάραμε την Όσνιτσα.
Άμα παρεδίδετο αυτή, τάλλα δυο Βουλγαροχώρια θα την
ακολουθούσαν. Γιατί σ' αυτήν είχαν το αρχηγείον τους οι κομίτες.
Εμείς εμπλοκάραμε το χωριό, που είχε ως 100 σπίτια και ο αρχηγός με
τον Γκούτα και 6-7 παλληκάρια επροχώρησαν μέσα.
-Τράβηξαν ίσα στο σπίτι του Κυριάζου.
Όταν έφθασαν από κάτω, του φωνάζει ο αρχηγός.
-Παραδοθήτε, γιατί είσθε χαμένοι!
Ο Κυριάζος τότε με τους άλους κομίτες βγαίνει στο παράθυρο και του
αποκρίνεται.
«Αρχηγέ, καπετάν Στέφο, είμασθε αδέρφια σας. Έχουμε και τουφέκια
και φυσίγγια για να αντισταθούμε, μα δεν το κάνουμε, γιατί δεν βαστάει η
καρδιά μας να βαρέσωμε τ'αδέρφια μας. Ούτε σεις πάλι θα το κάνετε
αυτό.»
Εννοείται, ότι εκείνην τη στιγμή οι κομίτες ήσαν περισσότεροι και
ωχυρωμένοι και ειμπορούσαν εύκολα να χτυπήσουν τον αρχηγό και τον
Γκούτα με τα 6-7 παιδιά. Μα σκέφτηκαν τι τους περίμενε έπειτα.
Αλλά και ο αρχηγός δεν ήθελε να δούλεψη το τουφέκι να γυρίσουν τα
χωριά. Δεν είχαν κάνει κανένα κακούργημα στους δικούς μας,και οι κομίτες
δε που ήσαν εκεί με τον Κυριάζο, ήσαν εντόπιοι που είχαν γείνη Βούλγαροι
και ήταν μόνο για φρουρά.
Αφού άκουσε αυτά ο αρχηγός τους λέει.
-Παραδοθήτε και δεν σας πειράζουμε.
-Έχετε μπέσσα; ρωτάει ο Κυριάζος.
-Έχουμε μπέσσα τίμια, λέει ο αρχηγός.
-Μπέσσα για μπέσσα!

9 0
-Μπέσσα για μπέσσα! Απαντάει ο καπετάν Μάλλιος, και μας
διατάσσει με τη σάλπιγγα να ανοίξουμε τον πλόκο. Ανοίξαμε αμέσως και
τραβηχτήκαμε όλοι σ' ένα ύψωμα, όπου σε λίγο ήρθε και ο αρχηγός με τον
Γκούτα και μας είπαν όλα αυτά που έγειναν. Σε λίγο βλέπουμε τους κομίτες
με τον Κυριάζο μπροστά και όλο το χωριό απ' οπίσω να έρχωνται προς
εμάς.
Οι κομίτες, είχαν και τα όπλα τους μαζή, μας επλησίασαν ως εκατό
μέτρα και εκεί σταθήκανε.
Τότε ο αρχηγός μας τους επλησίασε μόνος του. Του λέγαμε μάλιστα
εμείς, γιατί ξέρουμε της Βουλγαρικαίς ατιμίαις, να μη πάη μοναχός τους.
Αλλ' αυτός επέμενε.
Όταν είδανε οι Βούλγαροι τον καπετάν Μάλλιο να πλησιάζη,
εστάθηκαν στη γραμμή.
Ο Κυριάζος ο αρχηγός τους διέταξε τους κομίτες βουλγάρικα.
-Φέρτε αρμ!
-Παρουσιάστε.
Επαρουσίασαν όπλα στον αρχηγόν μας, και αυτός τους εχαιρέτησε
στρατιωτικός.
Έπειτα κάτι τους είπε, για το συμφέρον που είχαν να γυρίσουν με τα
Πατριαρχεία και κατόπιν επήρε ιδιαιτέρως τον Κυριάζον και καθήσανε σ'
ένα βράχο όπου μιλήσανε επί μίαν ώρα.
Εκεί τα συμφωνήσανε όλα και υπέγραψαν πρωτόκολλο της
παραδόσεως και ότι θα είναι πια όπως ήταν πρώτα Έλληνες όλοι και
Χριστιανοί.
-Αυτά έγειναν στας 14 του Ιουνίου, και την ίδια ημέρα εφύγαμε
απ'εκεί, περάσαμε έξω από το Δίσλαππο, ένα Τούρκικο χωριό, και μάλιστα
από ένα Οθωμανικόν τεκέ (Μοναστήρι), αγοράσαμε ψωμί και τυρί, και
τραβήξαμε κατά το Παλαιοκρημίνι.
Είχε γείνη όμως πολύ σούσουρο σ' αυτά τα μέρη για μας εκείνες της
ημέρες, γιατί γυρίσαμε τα Βουλγαροχώρια. Ο στρατός μας είχε καταλάβει,
εδούλεψε και η προδοσία, και έτσι μας έβαλε στο ποδάρι. Στας 15 είχαμε
λημεριάσει στο Παληοκρημίνι σε μια ράχη.
Ήταν απόγευμα και ένα από τα παλληκάρια του σώματος, Μακεδών,
Ζήκος ήταν το όνομα του, εζήτησε την άδεια από τον αρχηγό να πάη για
καμμιά-δυο μέρες στο χωριό του που ήταν εκεί δα κοντά, να ιδή τη γυναίκα
του και τα τρία του παιδιά.
Επέμενε πολύ και ο Αρχηγός του έδωσε την άδεια.
Τώχε η μοιρά του του κακορροίζικου να ζητήση την άδεια εκείνην την
ώραν. Δεν πρόφθασε να ιδή τα παιδιά του. Μόλις επήρε ένα μονοπάτι για να
κατέβη στο χωριό του, φάνηκαν από πάνω καμμιά εκατοστοί Τούρκοι
στρατιώται και προτού να προφθάση να κρυφθή, τούστειλαν μια μπαταρία.
Έπεσε εκεί δα και εκεί τον θάψαμε αργότερα.

91
Εμείς μόλις είδαμε αυτό, ετρέξαμε και πιάσαμε κάτι βράχους, γιατί
καταλάβαμε πού θ' άνοιγε το τουφεκίδι.
Οι Νιζάμηδες, οι οποίοι ήσαν 110 με ένα Γιούσμπαση, χώθηκαν μέσα
σε κάτι οξυές που ήταν εκεί απάνω στη ράχι. Θα ήταν η ώρα 4 1/2 το
απόγευμα.
Αυτοί μας ρίχνανε, μα εμείς δεν τους βλέπαμε εκεί που ήταν χωμένοι.
Τραβούσαμε και εμείς εκεί που έβγαινε καπνός και ότι γίνη ας γίνη. Η μάχη
εβάσταξε ως τας 8 1/2 νύκτα.
Τότε εβάρεσεν η σάλπιγγα τους να παύση το πυρ. Και έπαυσαν.
Τους ρίξαμε και εμείς δυο φοραίς ακόμη, και όταν είδαμε ότι δεν
απαντούσαν, τους αφήκαμε.
Αμέσως επήραμε ένα μονοπάτι και ετραβηχτήκαμε κατά τα μέρη του
Μπουρμπουτσικού, ενώ ο στρατός τράβηξε κατά τη Σαμαρίνα, νοτιοδυτικά
από εμάς, γιατί έτσι είχε πληροφορηθή από κάτι Σαμαρινιώτες, που στο
δρόμο τους είχαμε πιάσει εμείς πιο μπροστά και τους ρωτάγαμε για να
γελάσουμε και αυτούς και το στρατό που θα τους έπιανε κατόπιν, αν
υπάρχουν στη Σαμαρίνα μαχαιράδες για να φκιάξουμε μαχαίρια.
Και έτσι ξεφορτωθήκαμε αυτή τη συνοδεία, η οποία όμως μας
φορτώθηκε πάλι στο Δέντσικο.
Επηγαίναμε κατά το Δέντσικο για ν' αποφύγουμε το στρατό, αλλά δεν
το πιτύχαμε. Όταν βρισκώμαστε κατά τη Ζέρμα μιάμιση ώρα επάνω από το
Ελληνικό χωριό Δέντσικο, μας πρόδωσαν σε καμμιά εικοσαριά
χωροφύλακες, που είχαν στάθμευση στη φούρκα.
Οι χωροφύλακες τότε ειδοποίησαν το στρατό. Ο στρατός που είχε
φθάση πια στη Σαμαρίνα εγύρισεν ευθύς αμέσως. Εμάζεψε δε και όσους
άλλους στρατιώτας εύρεν εις τα γύρω χωριά.
Έτσι αφού έγειναν όλοι ως 250 μας έβαλαν στο ποδάρι.
Είχαμε λημεριάση μια ώρα έξω από το Δέντσικο στα πλάγια του
βουνού.
Έξαφνα τους είδε το καραούλι νάρχωνται επάνω μας. Θα ήτανε κατά
το μεσημέρι.
Το μέρος που είχαμε πιάσει ήταν προφυλαγμένο. Δεν θα μας εύρισκαν
δε αν δεν εγενότανε κοντά στην πρώτη και άλλη προδοσία.
Η δεύτερη όμως αυτή προδοσία ήταν άθελη. Ο στρατός καθώς
ερχότανε έπιασε στο δρόμο τον οδηγό που μας είχεν οδηγήσει σε κείνο το
καλό λημέρι. Τον έβαλαν οι νιζάμιδες στης κοντακιαίς και τον ηνάγκασαν
να μαρτυρήση το λημέρι.
Το καραούλι τους είδε σε απόστασι ως εκατό μέτρα.
Τότε ο αρχηγός διατάσσει να φύγωμεν από κει και να πιάσωμε τη ράχη
το ταχύτερο. Αυτό και έγεινε. Εκάμαμε όμως είκοσι λεπτά να φθάσωμε εκεί
επάνω. Ο στρατός σ' αυτό το διάστημα είχε χωρισθή στα δύο. Το ένα μέρος
εβάδιζε κατά το λημέρι, που είχαμε αφήση. Το άλλο εδοκίμαζε να πιάση τη
ράχη.

92
Δεν επήραν καν χαμπάρι ότι φύγαμε από κει. Αφού όταν είχαμε πιάση
τη ράχη, τους είδαμεν αδειάζουν μπαταρίες μέσα στο λημέρι μας. Ρίχνανε,
ρίχνανε, κάμανε θάλασσα τα κλαριά και της πέτρες!
Το άλλο μέρος που ερχότανε κατά τη ράχη και αυτό χαμπαράκι δεν
είχε. Ενόμιζε ότι η ράχη ήταν απάτητη.
Όταν μας επλησίασε, του ρίξαμε εμείς από τα μετερίζια μας, και κάτι
Αρβανίτες στρατιώτες μας φώναζαν ελληνικά.
-Μη τουφεκάτε ρε, μη τουφεκάτε.
Όταν κατάλαβαν καμμιά φορά τι είχαν πάθει, ήταν αργά. Το τουφεκίδι
είχε ανάψει στη ράχι του βουνού, και έδινε μολύβι και έπερνε κορμί, ως τη
νύκτα στας 9 η ώρα.
Όπως εμάθαμε κατόπιν από τους στρατιώτας, εκεί απάνω στη ράχη
σκοτώθηκαν 30. Όταν έπαψε το τουφέκι και μετρηθήκαμε, δεν έλειπε κανείς
από μας.
Διακόσιοι πενήντα στρατιώτες και εμείς 45 μονάχα επολεμούσαμε 8
ώρας και δεν πήρε ένας μια σφαίρα.
Και σ' αυτή τη μάχη εφάνηκε άλλη μια φορά η ανδρεία του αρχηγού
μας και η αγάπη που έχει για το σώμα. Ολόρθος εκεί δα απάνω μας, χωρίς
να φυλάγεται, όπως και ο καπετάν Γκούτας, μας έδινε τας διαταγάς και
επολεμάγαμε.
Εγώ που είχα πιό θάρρος του λέω σε μια στιγμή.
-Δεν πέφτετε κάτω, αρχηγέ; πρέπει να φυλάγεστε.
-Μη φοβάσαι, μωρέ Ηλία, και αυτοί δεν ξέρουν να παίζουν, μου
αποκρίνεται και έμεινε όρθιος ως που έπαψε η μάχη.
Θυμάμαι, όταν άρχισε να νυκτώνη, δεν βλέπαμε τους Τούρκους και δεν
ξέραμε που να βαρούμε.
Ρίχναμε και εμείς «φωτιά στη φωτιά», δηλαδή όπου βλέπαμε φωτιά,
βαρούσαμε.
Η αλήθεια είναι πως οι στρατιώται πολλές φορές δυσκολεύονται να
χαλάνε το ραχάτι τους για να κυνηγούνε εμάς στα κατσάβραχα.
Και μάλιστα αφού δεν τους βλάπτουμε, ούτε ζημιώνουμε κανένα.
Ο ζαπτιές θέλη να υπηρέτηση και να πάη στο σπίτι του να ησυχάση.
Το τομάρι του το θέλει, μα ο αντάρτης σου λέει «όπου γη και τάφος».
Όταν έπαψε λοιπόν το τουφέκι, εμείς κατεβήκαμε από το πίσω μέρος
της ράχης και γυρίσαμε πάλι πίσω απ' εκεί που είχαμε έλθη, και είχε περάση
και στρατός. Το κάμαμε για ν' αποφύγουμε το στρατό. Και το πιτύχαμε.
Αυτοί νόμισαν ότι εξακολουθήσαμε το δρόμο μας, και τράβηξαν κατά τη
Λαψίστα.
Όταν καταλάβαμε πως ο στρατός μας έχασε, γυρίσαμε πάλι πίσω,
περάσαμε απάνω από το Δέντσικο και τραβήξαμε κατά την Πλιάστη της
Αλβανίας.
Ήτο πρώτη φορά που έμπαινε σώμα Ελληνομακεδόνικο στην
Αλβανία. Εκεί πια δεν έχουμε να κάμουμε με Βουλγάρους, αλλά με κάτι

93
Κουτσόβλαχους που παίρνουν μισθό και λένε ότι είνε Ρουμάνοι. Αυτοί
εργάζονται όλο με λίρα. Είναι διάφοροι διαδάσκαλοι και άνθρωποι της
Ρουμανίας που γυρίζουν τα χωριά και τα πληρώνουν για να λέγουν ότι είναι
Ρουμανικά. Άλλοι τους διώχνουν, μα άλλοι φτωχοί άνθρωποι, βλέπετε, οι
χωριάτες παίρνουν τα λεπτά.
Μόλις σουρούπωνε, είμαστε απάνω από την Πλιάστη και
ελημεριάσαμε στο βουνό.
Ήταν 20 Ιουλίου. Μια ώρα νύκτα κατεβήκαμε στο χωριό.
Αυτό το χωριό ήταν διχασμένο. Οι μισοί κάτοικοι έμειναν Έλληνες, οι
άλλοι μισοί έλεγαν ότι είναι φίλοι με τους Ρουμάνους, εδιάβαζαν ρουμανικά
βιβλία στην εκκλησία τους, και άλλα πολλά.
Μόλις πατήσαμε στο χωριό, τραβήξαμε μπροστά στην εκκλησιά, και
εκεί καλέσαμε όλους τους χωρικούς, τον παππά, το δάσκαλο και την
επιτροπή. Αυτοί οι τελευταίοι ήσαν όλοι φίλοι με τους Ρουμάνους.
Ο αρχηγός τότε διέταξε και τούφεραν όλα τα ρουμανικά βιβλία.
Εκκλησιαστικά, άλλα που διάβαζαν τα παιδιά, άλλα που είχε στο σπίτι του ο
δάσκαλος, όλα τα μάζεψε ο αρχηγός σ' ένα σωρό εκεί δα μπροστά του και
τους έβαλε φωτιά.
Έπειτα ο αρχηγός ρωτάει τον παπα και την επιτροπή.
-Γιατί, μωρέ, αφού πάππον προς πάππον είσθε Έλληνες με το
πατριαρχείο, λέτε πως είσθε Ρουμάνοι και διαβάζετε ρουμανικά;
Αυτοί είπαν κάτι να δικαιολογηθούν, πως τους εγέλασαν αυτοί. Δεν
θέλαμε να τους τουφεκίσουμε, γιατί δεν είχαν μεταχειρισθή το τουφέκι κι'
αυτοί για να γυρίσουν το μισό χωριό, ούτε είχαν κάνει κακουργήματα.
Ο αρχηγός όμως θύμωσε πολύ γι' αυτά που έλεγαν, και τους αρχίζει
στο ξύλο. Τους δώσαμε κ' εμείς με τον βούρδουλα και στην επιτροπή και
στο δάσκαλο, που θα μας ενθυμούνται για πάντα.
Τότε τους λέει ο αρχηγός.
-Να μη μάθω μωρέ πως λέτε πια ότι είσθε Ρουμάνοι, γιατί θα σας
περάσω στο τουφέκι ένα ένα. Ότι ήτανε ο πατέρας σας είσθε και σεις.
Έλληνες είσθε, και αυτό πρέπει να τώχετε για υπερηφάνεια. Δεν πουλάει
κανένας την πατρίδα του.
Έπεσαν τότε στα πόδια του Αρχηγού και έδωκαν όρκον πως θα
μείνουν Έλληνες. Το δάσκαλο τον διώξαμε απ' εκεί την ίδια νύκτα. Κατά τα
ξημερώματα φύγαμε κ' εμείς και τραβήξαμε κατά τα Γράμμοστα»
Ενταύθα διακόπτομεν την συνέχειαν του ημερολογίου του Έλληνος
οπλαρχηγού, ίνα εξιστορήσωμεν την μέχρι της εποχής ταύτης δράσιν και
των άλλων Ελληνομακεδονικών σωμάτων.
Γ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ. Ο Ηλίας Αεληγιαννάκης
Του καπετάν Ηλία Δεληγιαννάκη τα κατορθώματα μέχρι τέλους του
1907 εξιστορήσαμεν ήδη, αλλ' η δράσις του ακαταπόνητου αυτού

94
αρματωλού δεν εσταμάτησε παρά μόνον όταν ο Μακεδόνικος αγών
ετερματίσθη ένεκα της πολιτειακής μεταβολής, η οποία συνέβη εις την
Τουρκίαν.
Και δεν είνε τούτο παράδοξον, διότι ο Ηλίας Δεληγιαννάκης από της
εφηβικής του ηλικίας δεν αφήκε περίστασιν, καθ' ην να μη προσφέρη
εαυτόν εις την υπηρεσίαν της πατρίδος.
Και όχι μόνον αυτός και οι πρόγονοι του Δεληγιαννάκη υπηρέτησαν
εξόχως τα εθνικά συμφέροντα, ο δε πατήρ αυτού Ιωάννης Βασούλης
Δεληγιαννάκης ήτο γενικός αρχηγός του Δυτ. Τμήματος Ρεθύμνης κατά την
περιώνυμον επανάστασιν του 1866 - 1869.
Επίσης ο αδελφός του διακεκριμένου αυτού πατριώτου Κανάκης Ιω.
Δεληγιαννάκης υπήρξε αρχηγός του αυτού Δυτ. Τμήματος κατά την
Κρητικήν επανάστασιν του 1896 - 1897.
Κατά την τελευταίαν ταύτην επανάστασιν ο νεαρός τότε Ηλίας
επεδείξατο τοιαύτην διαγωγήν, ώστε τότε έλαβε και τον τίτλον του
οπλαρχηγού ως αποδεικνύουν τα εξής έγγραφα.
Το Προεδρείον της Επαναστατικής Συνελεύσεως των Κρητών.
Προς τον Κύριον
Ηλίαν I. Δεληγιαννάκην εκ του χωρίου Αργυρουπόλεως
της Ρεθύμνης
Κύριε,
Συνεπεία των υπέρ Πατρίδος εκδηλώσεων υμών, της γενναιότητος και
ανδρείας ην επεδείξατε εις το πεδίον της τιμής κατά την ένδοξον
Επανάστασιν του 1896, απονέμομεν υμίν τον βαθμόν του Σωματάρχου.
Όθεν σοι αναγγέλομεν τούτο και σε συγχαίρομεν επί τη τιμή ταύτη.
ΕνΒάμω 1 Σ)βρίου 1896.
Ο Πρόεδρος Οι Αντιπρόεδροι
Μ. Ρ. ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ I. ΓΕΝΕΡΑΛΗΣ
ΣΤΥΛ. ΒΑΡΔΑΚΗΣ
ΙΩΑΝ. ΚΑΛΟΓΕΡΗΣ
Λ. Ν. ΛΙΩΝΑΚΗΣ
Ο Γεν. Γραμματεύς
I. Γ. ΛΕΚΑΝΙΔΗΣ
Το Αρχηγείον της Επαρχίας Ρεθύμνης
Προς τον Κύριον
Ηλίαν I. Δεληγιαννάκην εκ του χωρίου Αργυρουπόλεως
της Ρεθύμνης.

95
Κύριε,
Συνεπεία των προς την Πατρίδα υπηρεσιών σας κατά τας
επαναστάσεις του 1896 και 97 της γενναιότητος και ανδρείας ην επεδείξατε
καθ' όλας τας μάχας, ως και του ανδραγαθήματος σας φονεύσαντες τον
αρχηγόν των Ρεθυμνίων Τούρκων Χαλήλ Αγά, απονέμομεν υμίν τον
βαθμόν του σωματάρχου και σε συγχαίρομεν επί τη τιμή ταύτη.
Ο αρχηγός της επαρχίας Ρεθύμνης Οι υπαρχηγοί
Ιωάννης Φασουλής Δεληγιαννάκης Σταυριανός Μπίρης
Κανάκης I. Δεληγιαννάκης
Χαράλ. Αανδρής
Εκ των ανωτέρω εγγράφων αποδεικνύεται ποιος υπήρξε κατά την
Κρητικήν εκείνην Επανάστασιν ο καπετάν Ηλίας, αλλά τοιούτος ων δεν ήτο
βεβαίως δυνατόν να δειχθή κατώτερος εν Μακεδονία.
Τούτο αποδεικνύουν τα επίσημα ταύτα έγγραφα.
ΕΛΛΗΝΟΜΑΚΕΛΟΝΙΚΟΝ ΚΟΜΙΤΑΤΟΝ (αριθ.7)
Σώμα Στεφ. Μαλλιού
Πιστοποιητικόν.
Ο υποφαινόμενος Στεφ. Μάλλιος, αρχηγός των εν Καστοριά και
Καστανοχωρίοις Ελληνικών σωμάτων, βεβαιώ ότι ο Ηλίας I.
Δεληγιαννάκης, εκ του χωρίου Αργυρουπόλεως της Κρήτης, κατετάχθη εις
το υπ' εμέ σώμα περί τα μέσα Δεκεμβρίου του 1904.
Ακολουθήσας δε ως διοικητής τμήματος (οπλαρχηγός) τον εν
Μακεδονία αγώνα μέχρι σήμερον και λαβών ενεργόν μέρος εις την εν
Ζαγορίτσανη σύγκρουσιν προς τους Βουλγάρους την 25 Μαρτίου, εν
Ιζερέτς προς τους κομιτατζήδες την 30 Απριλίου κατά την Οσνίτσανην
είσοδον του Σώματος την 13ην Ιουνίου, εις την εν Παλαιοκρεμίνι μάχην
προς τον Τουρκικόν στρατόν την 15ην του ιδίου μηνός, εις την εν Δετσίκω
μάχην προς τον Τουρκικόν στρατόν την 27ην του ιδίου και εις την εν
Πλιάσσα της Αλβανίας είσοδον του Σώματος την 20ην Ιουλίου, και αψηφών
τον θάνατον και απαντάς τους κινδύνους και καθημερινός περιπέτειας, προ
των οποίων το Σώμα ευρισκόμενον εν εχθρικώ εδάφει υφίσταται διαρκώς,
επέδειξε διαγωγήν χαράκτηρίζουσάν τον αυτόχρημα γενναίον, ψυχραιμίαν

96
δε και πειθαρχίαν δυναμένην ν' ανύψωση τον ειρημένον, άνευ της
ελαχίστης υπερβολής, ως τον πατριωτικώτερον των ανδρών.
Εν Μακεδονία, 30 Ιουλίου 1905.
Ο αρχηγός
υπ. ΣΤΕΦ. ΜΑΛΛΙΟΣ
Εν Μακεδονία 30 Ιουλίου 1905
Προς
Τον κύριον Ηλίαν I. Δεληγιαννάκην
Οπλαρχηγόν
Αγαπητέ μοι καπετάν Ηλία,
Επιβληθείσης της εις την ιδιαιτέραν υμών πατρίδα ενδόξου επανόδου
σου χάριν υπέρτατης ανάγκης, ην αναγνωρίζω, δεν δύναμαι ή να εκφράσω
και διά της παρούσης τα εγκάρδια και ειλικρινή συγχαρητήρια μου διά την
αυταπάρνησιν και γενναιότητα, ην καθ' άπασαν την δράσιν του σώματος
επεδείξατε ως οπλαρχηγός, τιμήσαντες πραγματικώς διά της ανδρείας σας
το όνομα της Κρήτης, και τα ευχαριστήρια εμού τε και των συντρόφων
απάντων, οίτινες λυπούμενοι επί τω αποχωρισμώ αγαπητού και γενναίου
συντρόφου, εύχονται δι' εμού αίσιον ταξείδιον και ευτυχή την παρά τη
οικογένεια σου επάνοδον.
Μεθ' υπολήψεως πολλής και αδελφικών ασπασμών.
Ο αρχηγός των εν Βοδενοίς Ελληνικών Σωμάτων
ΣΤΕΦ. ΜΑΛΛΙΟΣ
ΕΑΑΗΝΙΚΟΝ ΜΑΚΕΑΟΝΙΚΟΝ ΚΟΜΙΤΑΤΟΝ
(Εν ονόματι του Παντοδυνάμου Θεού και της Πατρίδος)
Προς τον κύριον
Ηλίαν I. Δεληγιαννάκην, οπλαρχηγόν.

97
Η έκθεσις του αρχηγού κ. Στεφ.Μαλλιού και αι πληροφορίαι, τας
οποίας πανταχόθεν έλαβε το Κομιτάτον περί υμών, μας έπεισαν ότι η
διαγωγή σας καθ' όλον το διάστημα, καθ' ο ηγωνίσθητε εν Μακεδονία,
υπήρξεν αξιοθαύμαστος διά την ευγένειαν του χαρακτήρος σας, τον
πατριωτισμόν σας, την καρτερίαν και αφοσίωσίν σας εις το έργον, διά τα
οποία δικαίως πιστοποιεί ο αρχηγός σας, ότι υπήρξατε ο πατριωτικότερος
των ανδρών.Διά τας αρετάς σας ταύτας σας κατέταξεν εις τας τάξεις του
μεταξύ των μονίμων οπλαρχηγών αυτού και σας συγχαίρομεν ως άνδρα
άξιον του υψηλού σκοπού, υπέρ του οποίου αμύνεται το Έθνος.
Αθήναι, 25 Αυγούστου 1905
Εν ονόματι του Ανωτάτου Συμβουλίου του Ελλην. Μακεδόνικου Κομιτάτου.
Περικλής Α. Αργυρόπουλος
Δημ. Οικ. Καλαποθάκης
Π. Γ. Πολίτης
ΕΛΑΗΝΙΚΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΚΟΜΙΤΑΤΟΝ
(Εν ονόματι του Παντοδυνάμου Θεού και της Πατρίδος)
Προς τον κύριον
Ηλίαν I. Δεληγιαννάκην, οπλαρχηγόν.
Αποδεχόμενοι ευχαρίστως την πρόθυμον υμών προσφοράν όπως
μετάσχητε του εν Μακεδονία εναντίον των Βουλγάρων αμυντικού αγώνος
και λαμβάνοντες υπ' όψιν τας προσγεινομένας εν τω αγώνι τούτω
υπηρεσίας σας, σας διορίζομεν Οπλαρχηγόν εν τω τμήματι Μοναστηρίου.
Αθήναι, 21 Σεπτεμβρίου 1906.
Εξ ονόματος του Ανωτάτου Συμβουλίου του Μακεδόνικου Κομιτάτου.
Δημ. Οικ. Καλαποθάκης
Περικλής Αργυρόπουλος
Ε. Παπαλαζάρου
Κύριον Ηλίαν I. Δεληγιαννάκην
Οπλαρχηγόν.

98
Αγαπητέ φίλε καπετάν Ηλία,
Εις άκρον ευχαριστήθην εκ της αυτόθι αφίξεώς σας, ως και εκ της
καλής εκτελέσεως της πρώτης σας και διά το έτος τούτο εργασίας εν
Μακεδονία, σας εύχομαι δε και εν τω μέλλοντι πάσαι αι εργασίαι σας να
στεφθώσιν ούτω υπό επιτυχίας, να συνδέσητε το όνομα σας με τας
λαμπρότερας πράξεις εν Μακεδονία και σεις και όλοι οι υφ' υμάς. Τας
καλιτέρας συστάσεις έχω περί υμών παντός άλλου οπλαρχηγού από τας
Αθήνας περί της νοημοσύνης σας, περί της δραστηριότητος σας, περί της
αγάπης, ην έχετε προς το έργον και περί όλων σας εν γένει των άλλων
αρετών. Ελπίζω αδιστάκτως, ότι πολύ καλώς θέλετε διεξαγάγει και
διαπεραιώσει το ανατεθέν εις σας έργον. Σας πληροφορώ όμως, ότι το έργον
σας είναι πολύ δύσκολον. Χωρία της περιφερείας σας είναι φανατικά
βουλγαρικά και εντός αυτών ελαχίστους έχομεν εν τω κρυπτώ ιδικούς μας,
άλλα χωρία είνε ανάμικτα έχοντα Έλληνας (εν ταυτώ) και φανατικούς
Βουλγάρους, άλλα χωρία είνε γεμάτα προδοτών, και εν γένει εις το
διαμέρισμα σας η θέσις του Ελληνισμού όχι μόνον δεν είναι ξεκαθαρισμένη,
αλλά και λίαν αμφίβολος. Πρέπει διά συστηματικής και επιμελούς εργασίας
τα μεν αμφίβολα χωρία διά κτυπημάτων συνεχών να γείνωσι τελείως ιδικά
μας, οι δε προδόται να ξεκαθαρισθώσιν, τα δε φανατικά βουλγαρικά χωρία
διά συστηματικών και επανειλεμμένων κτυπημάτων να γείνωσιν ελληνικά.
Τούτο απαιτεί το συμφέρον του Ελληνισμού σήμερον. Ενθυμηθήτε, ότι η
χώρα, ην οι άγριοι και θρασύδειλοι Βούλγαροι διεκδικούσιν, ήτο προ
ολίγων ετών αποκλειστικώς ιδική μας χώρα, κληρονομιά μας από τον
καιρόν που εκτίσθη ο κόσμος και ότι οι θρασύδειλοι ούτοι διά της βίας και
της δολοφονίας την μετέτρεψαν και την έκαμαν βουλγαρικήν. Εις σας
εναπόκειται, εις την ανδρείαν σας, εις την νοημοσύνην σας, εις την
φρόνησιν και φιλοπατρίαν σας να επαναφέρετε το δίκαιον υπέρ ημών και να
παραδώσητε την Μακεδονίαν εις τας χείρας της Ελλάδος πάλιν ελληνικήν
χώραν.
Περί όλων των λεπτομερειών, λεπτομερείς πληροφορίας και οδηγίας
θα σας δώση και θα σας δίδη και εις το μέλλον το Κέντρον Φλωρίνης, το
οποίον είνε καλώς πληροφορημένον και το οποίον εκτελεί πάντοτε και
ενεργεί τας διαταγάς τας ιδικάς σας. Τούτο θα σας στείλη και τα
κρυπτογραφικά τα νέα λεξικά κατά διαταγήν μου, τα οποία θα
μεταχειρίζεσθε. Σας συνιστώ να είσθε προς τους χωρικούς τους ιδικούς μας
και γενικώς προς εκείνους τους οποίους δυνάμεθα διά του λόγου να
επαναφέρωμεν εις την ευθείαν οδόν, γλυκύς και διδακτικός, να περιποιήσθε
δε όσον δύνασθε αυτούς. Η πειθαρχία και η υπομονή είνε η καλιτέρα
εγγύησις διά την επιτυχίαν του έργου, όπερ πρόκειται να διεξαγάγητε, διά
τούτο σας συνιστώ να κρατήτε πάντοτε τους υφ' υμάς εν αυστηρά

9 9
πειθαρχία, να μη επιτρέπητε παρεκτροπάς, ν' αγαπάτε δε όλους τους υφ'
υμάς ως αδελφούς. Δύνασθε πάντοτε δι' όλας τας ανάγκας να απευθύνεσθε
άνευ δισταγμού και προς εμέ και προς το εν Φλωρίνη Κέντρον. Τον Δόγρην
και τους άνδρας του να κρατήστε μαζί σας, όπως και όλους τους άνδρας
όπου έχετε τώρα μαζί σας, και τοιουτοτρόπως να είνε εις το μέλλον
συγκεντρωμένον το σώμα σας. Η περιφέρεια σας θα είνε από Φλωρίνης
μέχρι Κλεισούρας, ανατολικώς θα εκταθήτε όσον δύνασθε, δυτικώς δε
μέχρι Κορεστίων.
Σας εύχομαι με την βοήθειαν του Θεού να περατώσετε το έργον σας.
Μοναστήριον 15 Οκτωβρίου 1906 Σας ασπάζομαι αδελφικώς
Α. Κ.
Ο αρχηγός Γρηγόριος Ζάκας
Προς τον Οπλαρχηγόν
Ηλίαν Δεληγιαννάκην
Εις Μακεδονίαν.
Αγαπητέ,
Επί μακρόν χρόνον υπηρετήσας υπό τας διαταγάς μου, απέδειξες
τοσαύτα και τοιαύτα προσόντα, ώστε προς μεν τον αρχηγόν σου να παρέχης
άκραν εμπιστοσύνην, εις δε την Εθνικήν υπηρεσίαν πεποίθησιν περί της
αγνότητος των αισθημάτων σου και της μετά ζήλου ιερού εκπληρώσεως της
αποστολής σου. Καθήκον δ' εγώ ηγούμαι επιβαλλόμενον, όπως
αποχωριζόμένος σήμερον εκ λόγων υπηρεσιακών εκφράσω υμίν τε και τους
υπό σε ανδράσι τα εγκάρδια μου συγχαρητήρια και την ευχήν όπως μετά
του αυτού ζήλου εξακολουθήσητε εργαζόμενοι υπέρ του ιερού αγώνος.
Καλήν αντάμωσιν.
Μακεδονία 10 Ιουνίου 1907
Ο αρχηγός
Γρηγόριος Ζάκκας
Ελληνομακεδονικόν Σώμα Γρ. Ζάκκα.
Νομός Μοναστηρίου.
Πιστοποιητικόν.
Πιστοποιώ ότι ο εκ Ρεθύμνης της Κρήτης οπλαρχηγός Ηλίας I.
Δεληγιαννάκης υπηρετήσας υπό τας διαταγάς μου από τας αρχάς Σ)βρίου
π.ε. μέχρι σήμερον επεδείξατο τοιαύτην συμπεριφοράν και διαγωγήν, ήτις
είναι αξία θαυμασμού. Μετά προθυμίας, ταχύτητος και θρησκευτικής
ευλάβειας εξετέλει τας διαταγάς μου, πεπροικισμένος υπό γενναιότητος και
αυτοθυσίας. Τοιούτοι οπλαρχηγοί εμπνέοντες εις μεν την υπηρεσίαν την
ελπίδα της μετ' αφοσιώσεως εκτελέσεως της ανατιθέμενης αυτοίς
αποστολής, προς δε τους αρχηγούς την πεποίθησιν καλού, γενναίου και
αφωσιωμένου συντρόφου, εισίν άξιοι εθνικού θαυμασμού και καλλιτέρας
τύχης.

100
Εν γένει μετά παρρησίας πιστοποιώ ότι ούτος τυγχάνει εις των
ιδιανικοτέρων οπλαρχηγών του αγώνος.
Μακεδονία 27 Σ)βρίου 1907
Ο αρχηγός
Γρηγ. Ζάκκας
ΕΛΛΗΝΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ (αριθ. 185)
Εσωτερική οργάνωσις
Το εν Μακεδονία εδρεύον Ανώτατον Εθνικόν Κέντρον.
Πιστοποιεί ότι
Ο εξ Αργυρουπόλεως της Κρήτης Ηλίας I. Δεληγιαννάκης υπηρετήσας
ως οπλαρχηγός επί δεκαεπτά (17) μήνας, απέρχεται σήμερον εις τα ίδια τη
συγκαταθέσει ημών αποκομίζων τας ευχαριστίας του Ανωτάτου ημών
Κέντρου. Ούτος κατά το διάστημα της υπηρεσίας του επέδειξεν ανδρείαν,
ενθουσιασμόν και φρόνησιν αντάξιας της μεγάλης υποθέσεως υπέρ ης
ηγωνίσθη, ιδιαιτέρως δε διεκρίθη διά την μετ' αυταπαρνήσεως εκτέλεσιν
των διαταγών των ανωτέρων του. Τα προσόντα του ταύτα επιβάλλουσι την
χρησιμοποίησίν του εις τον αγώνα ημών, εις τους εις αυτόν ασχολούμενους
και εις το μέλλον.
Επί τούτοις εκδίδεται το παρόν
Μακεδονία 5 Μαρτίου 1908
(Τ.Σ.) Ελληνομακεδονικόν Κομιτάτον εν Μακεδονία.
Κόρθος.
ΕΛΛΗΝΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΚΟΜΙΤΑΤΟΝ
Εν ονόματι του Παντοδύναμου θεού και της Πατρίδος.
Πιστοποιητικόν
Ο οπλαρχηγός Ηλίας I. Δεληγιαννάκης, Κρης την πατρίδα, δις εις
Μακεδονίαν εξελθών,το μεν πρώτον υπό τον αρχηγόν Στεφ. Μάλλιον ως
οπλαρχηγός και είτα υπό τας διαταγάς του Κέντρου Μοναστηρίου ως
Αρχηγός, τυγχάνει εις εκ των ανδρών εκείνων, οίτινες μετ' απαράμιλλου
ζήλου και αυταπαρνήσεως τον Μακεδονικόν αγώνα εξυπηρετήσαντες την
εθνικήν ευγνωμοσύνην απεσπάσαντο. Εκ των πολλών δε αξιών θαυμασμού
πράξεων αυτού η τούτον εξαιρούσα και εις την πρώτην γραμμήν των εν
Μακεδονία εναγωνιζομένων τάσσουσα είνε η διά των ενεργειών αυτού
συντελεσθείσα επάνοδος των Καστανοχωρίων εις τα πάτρια.
Αθήνησι τη 9η Απριλίου 1908
Εν ονόματι του Ανωτάτου Συμβουλίου του Μακεδόνικου Κομιτάτου.
Κούγκης.

 

ΦΩΤΟ


1) Σφραγίδες Αντάρτικων σωμάτων
α) Ηλία I. Δεληγιαννάκη (άνω και κάτω)
β) Μάρκου I. Δεληγιαννάκη (κέντρον)
2) Υπογραφή Μάρκου Δεληγιαννάκη (κέντρον)

101
Τοιούτος ο θαυμάσιος ανήρ, του οποίου θα ιστορήσωμεν τας κατά τους
πρώτους μήνας του 1908 εθνικάς εργασίας.
Ο καπετάν Ηλίας Δεληγιαννάκης κατά τον Ιανουάριον μήνα
συνηντήθη με τον καπετάν Λάζον Αποστολίδην, έντιμον και γενναίον
οπλαρχηγόν καταγόμενον από το χωρίον Ζουπάνι, το απέχον μίαν και
ημίσειαν ώραν της Καστοριάς.
Όταν συνηντήθησαν οι καπεταναίοι ούτοι, απεφάσισαν να μεταβούν
και κτυπήσουν το σχισματικόν χωρίον Ίγγλιμπε, το οποίον μεγάλα
πράγματα παρείχεν εις την Ελληνικήν υπόθεσιν κατά την περιφέρειαν
εκείνην.
Το σχισματικόν αυτό χωρίον κείται μεταξύ Καστοριάς και Χρουπίστης,
δηλαδή δύο μερών, εις τα οποία διέμενον ισχυρά στρατιωτικά
αποσπάσματα.
Η επιχείρησις λοιπόν την οποίαν εμελέτων οι Ελληνομακεδόνες ήτο εις
άκρον επικίνδυνος και διά τούτο αλλά και διότι το Ίγγλιμπε ήτο αληθής
φωλέα των κομιτατζήδων.
Ουχ ήττον η απόφασις ελήφθη.
Την 4 Φεβρουαρίου οι Ελληνο μακεδόνες ενήργησαν την εισβολήν εις
το καταδικασμένον χωρίον.
Οι Ελληνομακεδόνες ενήργησαν την εισβολήν αιφνίδιαν και
ορμητικήν, αλλά φαίνεται ότι οι κομιτατζήδες είχον προειδοποιηθή παρά
προδοτών και είχον λάβη τα μέτρα των.
Όντως μόλις οι Ελληνομακεδόνες εισήλθον εις το χωρίον, τους
υποδέχθησαν ραγδαίοι πυροβολισμοί εκ διαφόρων οικιών εκπεμπόμενοι.
Συγχρόνως όμως και τρομεροί πάταγοι εκρυγνυμένων χειροβομβίδων
ηκούσθησαν.
Οι εκδικηταί εν τοσούτω δεν ωπισθοχώρησαν, αλλ' ολονέν
επροχώρουν εις τα ενδότερα του χωρίου.
Πολλά από τα παλληκάρια κατώρθωσαν και έθεσαν πυρ εις οικίας
τινάς.
Ούτω ήρχισαν φλόγες ερυθραί να καταυγάζουν το χωρίον.
Οι κομιτατζήδες μόλις ήρχισαν αναφαινόμεναι αι πρώται πυρκαϊαί
κατενόησαν ότι δεν ήτο δυνατόν να αποβή υπέρ αυτών η συμπλοκή και
μερικοί εξ αυτών ήρχισαν να φεύγουν έξω του χωρίου.
Οι λοιποί όμως εξηκολούθησαν ν' αμύνωνται λυσσωδώς.
Είχον ήδη φονεύση δύο εκ των εκδικητών και τραυματίση ετέρους δύο.
Αλλά και το πυρ των Ελληνο μακεδόνων υπήρξε θανατηφόρον διά τους
Βουλγάρους.
Είχε παρέλθει μία και ημίσεια ώρα και η συμπλοκή εξηκολούθει
κρατερά.
Αίφνης όμως ηκούσθησαν πυροβολισμοί ραγδαίοι έξωθι του χωρίου.
Τα καραούλια των Ελληνο μακεδόνων συνεπλέκοντο.

102
Οι οπλαρχηγοί τότε ενόησαν ότι θα είχε καταφθάσει στρατός, και
συγκεντρωθέντες, εξήλθον όπως υποστηρίξουν τους συντρόφους των
καραουλιών και κατορθώσουν να διασωθούν.
Οι αποτελούντες τα καραούλια όντως διέφευγον, διότι ο στρατός ο
καταφθάσας ήτο ολιγάριθμος.
Είχεν έλθει από τον μικρόν στρατιωτικόν σταθμόν του Τίκφεσι.
Τούτο όμως δεν παρέσυρε τους Ελληνο μακεδόνας να επιτεθούν κατά
του στρατού και τους βλάψουν σημαντικώς, διότι μετ' ολίγον θα έφθανον
αναμφιβόλως νέα ισχυρά σώματα από την Καστορίαν και την Χρούπισταν.
Διά τούτο τα Ελληνομακεδονικά σώματα απεσύρθησαν και έλαβον την
προς το δάσος ανωφέρειαν.
Μετ' ολίγον, μόλις εξημέρωσε, κατέφθασαν δύο λόχοι στρατού, αλλά
δεν εύρον κανένα πλέον.
Και οι λησταντάρται είχον φύγει προ πολλού από το Ίγγλεμπε.
Τα στρατιωτικά αποσπάσματα από την Χρούπισταν, την Καστορίαν
και το Λεφίστι εξήλθον προς καταδίωξιν των σωμάτων επί τινας ημέρας,
αλλά κατόπιν ηναγκάσθησαν ν' αποσυρθούν εις τους σταθμούς των, ένεκα
του υπερβολικού ψύχους των ημερών εκείνων.
Ο καπετάν Ηλίας μετά την πράξιν του Ίγγλεμπε απεχωρίσθη του
καπετάν Λάζου και έκαστος με τα παλληκάρια του έλαβον άλλην
διεύθυνσιν.
Μετά τινας ημέρας όμως συνηντήθησαν και πάλιν εις το Βογατσικόν.
Εκεί ο καπετάν Δεληγιαννάκης έλαβεν επιστολήν του Κέντρου, διά της
οποίας ενετέλλετο να μεταβή εις το χωρίον Βλάτσι και επαναφέρη τους
κατοίκους αυτού εις την ευθείαν οδόν.
Και όντως οι Βλατσιώται, οι οποίοι άλλοτε ειργάζοντο μετά ζήλου
υπέρ των δικαίων του Ελληνισμού, από τίνος χρόνου είχον περιέλθη εις
έριδας και διχόνοιας.
Ένεκα τούτου ο ζηλός των εχαλαρώθη εντελώς και η επιτροπή η
αποτελούσα το Κέντρον της Οργανώσεως διά την περιφέρειαν κατηργήθη
αφ' εαυτής, μηδενός υπακούοντος αυτήν.
Οι Βούλγαροι παρηκολούθουν πάντα ταύτα και ήρχισαν δραστηρίως
διά χρημάτων και άλλων πειστικών μέτρων να προσπαθούν να
προσελκύσουν εις το μέρος των Μπλατσιώτας.
Και υπήρχον πληροφορίαι, ότι αι βουλγαρικαί αύται ενέργειαι ήρχισαν
να έχουν επιτυχίας.
Ούτω το Μπλάτσι εκινδύνευσε να μεταστή εις το Σχίσμα, αν όχι εξ
ολοκλήρου, ίσως όμως κατά το ήμισυ.
Ο καπετάν Ηλίας έσπευσε τότε προς το χωρίον.
Εύρε τα πάντα παραλυμένα και εκάλεσε πάραυτα τους προκρίτους και
τους λοιπούς χωρικούς και τους εξώρκισεν εις το όνομα της Πίστεως και της
Πατρίδος να συμφλιωθούν και να προσπαθήσουν ως και πρότερον να
εργασθούν υπέρ των εθνικών δικαίων ως καλοί και φιλότιμοι πατριώται.

103
Οι Μπλατσιώται ήκουσαν μετά προσοχής τους λόγους του οπλαρχηγού
και υπεσχέθησαν ότι θα μεταβάλλουν τακτικήν.
Μετά ταύτα ο κεπετάν Ηλίας διώρισε νέαν επιτροπήν και ανεχώρησεν
από το Μπλάτσι.
Η πορεία του υπήρξεν επίπονος και ένεκα των δύσβατων μερών, τα
οποία ήτο υποχρεωμένος να διέλθη και ένεκα της τρομερός κακοκαιρίας.
Και η πορεία αύτη παρ' ολίγον να στοίχιση εις αυτόν την ζωήν, διότι
προσεβλήθη υπό περιπνευμονίας και δεν θα εσώζετο, αν έλειπεν ο ιατρός
Καρύδης, ο οποίος αψηφών πάντα κίνδυνον έσπευσεν επανειλημμένως εις
το λημέρι του καπετάν Δεληγιαννάκη και τον ενοσήλευσε.
Ο αυτός φιλόπατρις ιατρός έσπευδε παντού όταν ήκουεν, ότι υπήρχον
ασθενείς ή τραυματισμένοι εκδικηταί και τους εθεράπευε, πολλούς δ' εξ
αυτών έσωσεν εκ βεβαίου θανάτου.
Ο καπετάν Δεληγιανάκης μόλις αναρρώσας εσκέφθη πλέον ότι έπρεπε
να επανέλθη εις τα ίδια, όπως αναπαυθή, αλλά τότε επληροφορήθη, ότι τα
όπλα του αρχηγού Λίτσα (Βλαχάκη) και του οπλαρχηγού Λεωνίδα
Πετροπουλάκη ευρίσκοντο εις χείρας Τούρκων τινών και εφιλοδόξησε να τα
παραλαβή και να τα παραδώση εις τας οικογενείας των.
Οι Τούρκοι ούτοι ευρίσκοντο εις το χωρίον Λεψίστι και κατώρθωσε δι'
απειλών και χρηματικών αμοιβών να τους απόσπαση τα όπλα και τα
μεταφέρη εις Αθήνας, όπου και τα παρέδωκεν εις τας οικογενείας των
ηρώων.
( Τέλος λήματος απο την «Ιστορία του Μακεδόνικου Αγώνος»)
ΕΓΓΡΑΦΑ ΑΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΏΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΗΛΙΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗ
Παραθέτουμε τέλος τα ακολουθούντα 3 έγγραφα. Και το μεν πρώτον
δεν αναγράφει όνομα οπλαρχηγού, για λόγους προνοίας την εποχή εκείνη.
Το δεύτερο αποτελεί ευχαριστήριο έγγραφο των κατοίκων του Βογατσικού..
Το τρίτο, τέλος αποτελεί έμμετρον επιτάφιον λόγον υπό Κ. Ε. Ανδριανάκη.
Α. ΕΓΓΡΑΦΟΝ ΧΩΡΙΟΥ ΚΟΤΟΡΙ.
Σήμερον ελάβαμεν την υπογραφήν σας και εμάθαμεν τα γραφόμενά
σας, ότι εμείνατε και ιδού όπου έρχομεν εις το ίδιον μέρος και σας
περιμένομεν. Επροχτές επεριμέναμε έως η ώρα 8 και δεν ήλθατε εις το ίδιον
μέρος, όπου επεριμέναμεν τον οπλαρχηγόν Σήμον εκεί.
Οι επίτροποι του χωρίου Κοτόρι. Ηλίας Βασιλείου. Σας φιλώ
30/10/06
Β. ΕΓΓΡΑΦΟΝ ΧΩΡΙΟΥ ΒΟΓΑΤΣΙΚΟΥ.
Εν Βογατσικώ τη 12η Μαΐου 1913

104
Επίτιμε κ. Ηλία Δεληγιαννάκη
Εάν η αναγνώρισις των μεγάλων υπηρεσιών, ας οι εν τη περιφέρεια της
πατρίδος ημών από της 17ην Οκτωβρίου μέχρι της 1ης Νοεμβρίου δράσαντες
αρχηγοί και οπλαρχηγοί προσήνεγκον εις τον εθνικόν αγώνα επιβάλλεται
ημίν, λόγω ευγνωμοσύνης, των υπηρεσιών ιδία υμών η αναγνώρισις,
μάλλον επιβεβλημένη καθίσταται. Καθήκον δε στοιχειώδες ηθέλομεν
παραλίπη, εάν την αναγνώρισιν ταύτην και δι' επιστολής ημών δεν
ανομολογούμεν.
Ζωηραί έτι διατελούσιν ερίτιμε κύριε, εν τη μνήμη πάντων ημών η εκ
της κατά την 16ην Οκτωβρίου γενομένης καταστροφής της ημετέρας
πατρίδος εντύπωσις και η φρικώδης των ανά τα όρη την εαυτών σωτηρίαν
διά της εσπευσμένης φυγής υπό βροχήν σφαιρών ζητούντων γυναικόπαιδων
απόγνωσις. Της απογνώσεως ταύτης ως παρήγορον άγγελον την επιούσαν
της καταστροφής του Βογατσικού εν εκδεδηλωμένη χαρά εδέχετο εις τα
αγκάλας αυτού υμάς και το υμέτερον γενναίον σώμα, παρ' ου την
απαλλαγήν αυτού από του ζυγού της δουλείας μετά βεβαιότητος
ήλπιζεν.Ούτως δε την βεβαιότητα ταύτην δεν εβράδυναν ακεραίαν να
καταδείξωσιν η σώφρων πολιτεία και η ακαταγώνιστος ανδρεία μεθ' ων τας
εναντίον των Τούρκων παρά την γέφυραν του Αλιάκμονος ως και εν
Κωσταραζίω κατά την 17, 18, 19, 20 και 21 Οκτωβρίου διεξαχθείσας μάχας
μετά λελογισμένης φρονήσεως και στρατιωτικής εμπειρίας διευθύνατε. Διά
της ανομολογίας δε ταύτης δεν θέλομεν να μειώσωμεν την αξίαν των
λοιπών αρχηγών και οπλαρχηγών, παρ' ων όμοιον προς το υμέτερον
ανεμένομεν το ενδιαφέρον υπέρ της σωτηρίας του Βογατσικού, όπερ από το
1904 εκθύμως υπέρ του αγώνος ειργάσθη. Μείζονα όμως υποχρέωσιν
θεωρούμεν όπως την υμετέραν δράσιν, ως όντως αξίαν παντός επαίνου
ανομολογήσωμεν, καίτοι διά της ανομολογίας ταύτης θίγομεν την
φιλοτιμίαν υμών, ούτινος την εκπλήρωσιν του καθήκοντος καθ' όλον τον
αγώνα επεδιώξατε άνευ πάταγου.
Διαβεβαιούντες δε ότι εσαεί θα διατελώμεν μνήμονες της
ακαταγωνίστου ανδρείας υμών και του υπέρ της πατρίδος ημών θερμού
ενδιαφέροντος, παρακαλούμεν όπως δεχθήτε την έκφρασιν της προς υμάς
εξαίρετου υπολήψεως μεθ' ης διατελούμεν πρόθυμοι.
+ Ο εν Βογατσικώ αρχιερατικός επίτροπος του Αγίου Σισάν και
πρόεδρος της Επιτροπής Οικονόμος (υπογραφή).
+ Πρωθιερεύς Μιχαήλ, μέλος της επιτροπής Ιωάννης Α. Βαδροχάννης
Σφραγίδες: Α. Κοινότητος Βογατσικού, Β. Ελληνικών Σχολείων Βογατσικού.

105
Γ. ΕΜΜΕΤΡΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ.
Απαγγέλθηκε την 23 Μάιου 1918, κατά το γενόμενο στην
Αργυρούπολι Ρεθύμνης μνημόσυνο, στο κενοτάφιο του φονευθέντος την 19
Μαΐου 1918 στο Σκρα Ηλία Δεληγιαννάκη, από τον Κ. Ε. Ανδρεαδάκη.
Παρευρίσκοντο ο επίσκοπος Ρεθύμνης Ιερόθεος, ο ιερεύς Αγίου
Κωνσταντίνου Βασίλειος, οι αδελφοί του νεκρού Κανάκης και Γεώργιος και
πλήθος κόσμου.
 ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΗΛΙΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗ
 Υπό Κ.Ε. Ανδρεαδάκη
 
 Σαν τρικυμίας ναυαγό, σαν έρημο, σαν ξένο
 Εις τα προχώματα τ' εχθρού σαν ηύραν σκοτωμένο
 τον πιόμορφο, τον πιο τρανό της Κρήτης καπετάνιο
 Με ματωμένο το σπαθί στο στήθος του επάνω
 τον έπιασαν τον έβαλαν στο νεκροκρέβατό του
 Το τιμημένο το σπαθί στ' αριστερό πλευρό του.
 Δεν βρέθη τότε συγγενής τα μάτια του να κλείση
 Ούτε γυναίκα η αδελφή να τον παρηγόρηση.
 Έπρεπε Ηλία να βρεθή η δυστυχής γυνή σου
 Και να σου βάλη βάλσαμο εις την στερνή πληγή σου.
 Έπρεπ' Ηλία να βρεθούν τα δύο τα παιδιά σου
 Να δώσουνε παρηγοριά στην πατρική καρδιά σου
 Και να των δώσης συμβουλή πατρίδα ν' αγαπούνε
 Και για του Έθνους την τιμή πάντα να πολεμούνε
 Αλλά .... Του ήρωος παιδιά ήρωες θα γενούνε.
 Για της πατρίδος την τιμή πάντα θα πολεμούνε.
 Έπρεπ' Ηλία να βρεθούν τα τρία σου τ' αδέλφια
 Να δώσουνε βοήθεια στα τιμημένα χέρια
 Που τίμησες τόσο πολύ αυτούς και τη γενιά σας όλη
 Και στην πατρίδα έφερες μια τιμημένη σκόλη.
 Έπρεπ' Ηλία να βρεθούν οι δόλιες αδελφές του
 Φωνή να βάλλουν δυνατή εις τις στερνές στιγμές σου
 Και να ραΐσουν τα βουνά, το Σκρά η Λαγκοβάρη
 Γιατ' έχουν τέτοιο αδελφό και τέτοιο παλληκάρι.
 Αλλ' ήτο φαίνεται γραφτό αήμνειστε Ηλία
 Το σώμα σου για να ταφεί εις τη Μακεδονία
 Αλλ' ήτο φαίνεται γραφτό να σε δεχτή το χώμα
 που τόσο φύλαγε καλά τ' αέτειον σου όμμα.
 Επότισε το αίμα σου το χώμα που προδόθη

106          
 Από προδότη βασιλιά. Που πρώτα ελευθερώθη
 Με αίματα Ελληνικά και με τον Κυβερνήτη
 Πούγινε κι' ανατράφηκε στη δοξασμένη Κρήτη
 Επότισε το αίμα σου τη γη που θα βλάστηση
 Το δένδρο της Ελευθέριας το χώμα που θ' ανθίση
 τα άνθη που θα ράνουνε του τάφου σου το χώμα
 Και θ' απλωθή η Λευτεριά εντός ολίγ' ακόμα
 Με της θαλάσσης τον αφρό με του βοριά τα νέφη
 Σου στέλνουν χαιρετίσματα ως και αύτα τα βρέφη
 Γιατ' έπεσες μαχόμενος για την ελευθέρια τους
 Κι' ευγνωμοσύνη αιώνια θα μένη στην καρδιά τους
 Κι' ευχόμεθα εις τον θεό πάντα να σ' αναπαύη
 Εκεί που κάθε στεναγμός και κάθε λύπη παύει.
 Γαίαν έχεις ελαφράν αείμνηστε Ηλία Δεληγιαννάκη.

107

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΜΑΝΟΥΣΟΥ ΒΑΣΟΥ
ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗ  Η΄ ΒΑΣΟΥΛΗ)
Α. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Μανούσος Βάσου Δεληγιαννάκης ή Βασούλης (γιος του Βάσου και
κατά παραφθοράν Φασουλής), ήταν ένας από τους 7 γιους του Βάσου
Βαρδουλέ ή Δεληγιαννάκη, ανηψιός των Δεληγιαννάκηδων του Ασφένδου
(ή Μπίκηδων), αρχηγών Ρεθύμνης του 1821 - 30 και του στρατηγού
Μανούσου Βαρδουλέ ή Δεληγιαννάκη, της Ανωπόλεως Σφακίων
(Β αρδουλο μανούσου).
Γεννήθηκε στο Ασφένδου Σφακίων και μετώκησε με την πατρική
οικογένεια στην Αργυρούπολη Ρεθύμνης το 1843 αφού οι Τούρκοι είχαν
καταστρέψει όλη την πατρική περιουσία στο Ασφένδου και Βουβά
Σφακίων, λόγω συμμετοχής του πατέρα και τριών μεγαλύτερων αδελφών
του στην επανάσταση του 1838 (ή «κίνημα του Μπικοστρατή», από τον
θείο του, εξάδελφο του πατέρα του, που την υποκίνησε).
Αδελφός του ήταν ο Ιωάννης Βάσου Δεληγιαννάκης ή Βασούλης,
αρχηγός Ρεθύμνης στις επαναστάσεις 1866-68 και 1897 και ανηψιοί του οι
Μακεδονομάχοι Κανάκης και Ηλίας Δεληγιαννάκης και ο Ηπειρομάχος
Μάρκος.
Απόγονοι του ήσαν, από τους Δεληγιαννάκηδες της Αργυρουπόλεως
Ρεθύμνης η οικογένεια του γιου του Μάρκου (παππού του γράφοντος), οι
Δεληγιαννάκη δες ή Φασουλάκηδες της Σμύρνης (από τους γιους του Νίκο
και Στέλιο) και από κόρες του (Ειρήνη Γαγάνη και Μαριγώ Κοκολάκη) μία
οικογένεια Γαγάνη και μία Κοκολάκη, στα Μετόχια Ρεθύμνης (απόγονοι
των Γαγάνηδες, Καλλιτσουνάκηδες, Ξηράδες και Κοκολάκηδες,
Μαραγκουδάκηδες, Φραντσεσκάκηδες, Σαμψών, Πολάκηδες και
Γαγάνηδες, αντίστοιχα).

Β. ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Έφτασαν στον γράφοντα σαν προφορική παράδοσις από τον πατέρα
μου Στέλιο, εγγονό του Μανούσου.

108
Α. Πώς παντρεύτηκε
Εργάσθηκε κάποια εποχή σε καλοστεκούμενη οικονομικά οικογένεια
των Μετοχιών Ρεθύμνης, που είχε μεταξύ των μελών της μια πολύ όμορφη
και έξυπνη κοπέλα. Είναι προφανές ότι και αυτός, που αναφέρεται σαν
ωραίος άνδρας, δεν άφησε ασυγκίνητη την κοπελιά, (το ονομά της μάλλον
Ελένη).
Όταν τελείωσαν οι δουλειές, έφυγε "ξεχνώντας" το ράσο του (=κάπα
κρητική) στο σπίτι της κοπελιάς. Ειδοποιήθηκε γι' αυτό αργότερα από τον
πατέρα της ότι ξέχασε το ράσο του και να περάση να το πάρη. Εκείνος όμως
απάντησε ότι δεν το ξέχασε, αλλά το ράσο είχε θέσι εκεί. Ο υπαινιγμός ήταν
σαφής και προκάλεσε την αντίδραση του εργοδότη του, που δεν ήθελε να
δώση την κόρη του σε οικονομικώς υποδεέστερον. Όμως τα αισθήματα της
κόρης από τη μια και οι συμβουλές των φίλων ότι ήταν αφροσύνη να
συγκρουσθή με μία τόσο ονομαστή οικογένεια, έκαμψαν τις αντιρρήσεις
του πατέρα και ο γάμος έγινε.
Β. Πώς σώθηκε η ζωή του
Είχε ξενητευθή, για να ενισχύσει προφανώς τα οικονομικά του, και είχε
προσληφθεί στη Βασιλική φρουρά των Αθηνών της ελεύθερης πατρίδος. Η
οικογενειακή του προέλευσις και τα σωματικά του προσόντα βοήθησαν σ'
αυτό. Ένα πρωΐ στην επιθεώρηση της Μονάδος, ο λοχαγός του, εξ' αιτίας
της καταστάσεως ενός κουμπιού στη στολή του, τον παρατήρησε και τον
χαστούκισε. Αβάσταχτη προσβολή για Κρητικό και γόνο ιστορικής
οικογένειας. Αντανακλαστικά ετράβηξε το σπαθί του και αποκεφάλισε το
λοχαγό του. Καταδικάστηκε σε θάνατο και περίμενε την εκτέλεση του. Η
έξοχη όμως σε ομορφιά, γλυκύτητα και φυσική ευγένεια σύζυγος του, δεν
θέλησε να δεχθή αμαχητί τη μοίρα της.
Πήρε το δρόμο, έφθασε στην Αθήνα και ζήτησε ακρόαση από τη
Βασίλισσα Όλγα. Εκείνη τη δέχθηκε. Δύο ώρες την κράτησε κοντά της, μη
χορταίνοντας να ακούη τη μελίρρυτη και ευγενέστατη Κρητικιά. Και
χάρισε τη ζωή στον Μανούσο της. Την παρακάλεσε μόνο η Βασίλισσα
Όλγα, να πηγαίνη καμιά φορά να της κρατά συντροφιά.
Το ανδρόγυνο απεχώρησε από την Ελλάδα για την Κρήτη και η
ευεργετηθείσα δεν μπόρεσε να ξαναδή την Βασίλισσα. Μεγάλο και δύσκολο
ταξίδι για κείνη την εποχή.

109
Είναι αυτή η ονομαστή για την ομορφιά, εξυπνάδα και φυσική ευγένεια
γυναίκα, που κληροδότησε σε πολλούς από τους απογόνους της, κυρίως των
Μετοχιών, Ρεθύμνης και Κάτω Βαρσαμόνερου, την υπέροχη φυσική
ευγένεια, καλοσύνη και αγάπη προς τους συγγενείς, που ήδη έχουν φθάσει
στα τρίτα εξαδέλφια μεταξύ τους και με μερικά βλαστάρια στα τέταρτα.

 

ΦΩΤΟ

 

Προτομή του Στρατή Δεληγιαννάκη (ή Μπικοστρατή)
στο Φραγκοκάστελλο
(Μέριμνα και δαπάνη του συγγραφέως του παρόντος)


ΦΩΤΟ


Μνημείο ηρώων της οικογένειας Δεληγιαννάκηδων με 15 ανάγλυφες μορφές
καπετάνιων της οικογένειας, που καλύπτουν ιστορία διακοσίων ετών
απελευθερωτικών αγώνων.
Στο χωρίο ΒΟΥΒΑΣ ΣΦΑΚΙΩΝ
Μέριμνα και δαπάνη του συγγραφέως του παρόντος.


ΦΩΤΟ

Οικογενειακό νεκροταφείο της οικογένειας Δεληγιαννάκηδων στην
ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ Ρεθύμνης με 5 ανάγλυφες μορφές των ενταφιασμένων εκεί
5 καπετάνιων, ιστορίας 100 ετών απελευθερωτικών αγώνων.
Μέριμνα και δαπάνη του συγγραφέως του παρόντος.

 


ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΑ ΔΕΝΤΡΑ

Είσοδος Μελών

Ποιός είναι online?

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 393 επισκέπτες και κανένα μέλος

Αναζήτηση